Τρίτη 28 Ιουνίου 2011

Μόνο να μη χάσουμε τη χαρά μας

Για το μόνο που ανησυχούσε ήταν να «μη μας πάρουν τη χαρά μας. Δεν πειράζει, και με λίγα θα ζήσουμε. Αλλά τη χαρά μας…». Ελεγε και ξανάλεγε σαν να μονολογούσε. Καθόταν στη διπλανή θέση του αεροπλάνου, και στη διάρκεια του τρίωρου ταξιδιού, αφηγήθηκε τη ζωή της με έναν τρόπο συναρπαστικά απλό και αφοπλιστικά ειλικρινή.

Νοσηλεύτρια, μια 25ετία τώρα, σε πολύ δύσκολη και απαιτητική μονάδα δημόσιου ιδρύματος, αγαπάει τη δουλειά της, φροντίζει με έγνοια τους ασθενείς, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι χρόνια πάσχοντες. Από φτωχή οικογένεια, πήγε μεγάλη σχολείο, αφού είχε ήδη αποκτήσει τρία παιδιά. Καθάριζε σπίτια για να ζήσει, ύστερα αποφάσισε να παρακολουθήσει τη σχολή για νοσηλεύτριες. Ο πατέρας της δεν την άφηνε να σπουδάσει. Εμαθε από πολύ μικρή, στα δώδεκα, να πλέκει, να κεντάει. Καταπιάνεται διαρκώς με κάτι ώστε να ενισχύει τα οικονομικά του σπιτιού, να κάνει το καλύτερο για την οικογένειά της. Κατάφερε να στείλει και τη μία κόρη για μεταπτυχιακά στο εξωτερικό (ταξίδευε για να την επισκεφτεί). Η άλλη έκανε οικογένεια, ο γιος «ψάχνεται» ακόμη.
Είναι κοντά στα 50, ντυμένη με φόρμα και αθλητικά, είναι όμορφη με έναν τρόπο ανεπιτήδευτο και αυτάρκη. Ανθρωπος ανήσυχος, ακούραστος, φιλομαθής, φιλοπερίεργος. Οταν έρχεται η κουβέντα στην οικονομική κρίση, η αγωνία της εντοπίζεται σε ένα μόνο πράγμα: στην απώλεια της χαράς. Με αιφνιδιάζει. Το ίδιο ακριβώς περιγράφει ο Μπέργκμαν στην αυτοβιογραφία του, της λέω. Και μόλις επιχειρώ, διστακτικά, να εξηγήσω ποιος είναι ο Μπέργκμαν, με αποστομώνει: «Εχω δει ταινίες του με τη Λιβ Ούλμαν», μου απαντά.
Το περιστατικό που καταγράφει ο μέγας Σουηδός στη «Μαγική κάμερα» έχει ως εξής: «Ο Μπαχ μόλις είχε γυρίσει από ένα ταξίδι, η γυναίκα του και δύο από τα παιδιά του είχαν πεθάνει κατά την απουσία του. Στο ημερολόγιό του έγραψε: Καλέ μου Θεέ, μόνο να μη χάσω τη χαρά μου. Η φράση αυτή μ’ έχει σώσει από κρίσεις και συμφορές και λειτουργούσε το ίδιο πιστά όπως η καρδιά μου: καμιά φορά υπερβολική και δυσκολόχρηστη, αλλά ποτέ εχθρική η καταστροφική».
«Ναι, έτσι είναι», συγκατανεύει η άγνωστη συνταξιδιώτισσα. Και θυμάται τα γλέντια που έζησε στο σπίτι και στη γειτονιά της. «Ξύπναγα το πρωί με μουσικές και εικόνες από μεγάλα, στρωμένα ακόμη από το βράδυ, τραπέζια». Βγάζει από την τσάντα της έναν φορητό υπολογιστή και μου δείχνει οικογενειακές φωτογραφίες. Είναι και γιαγιά.
Η γυναίκα που κάθεται δίπλα μου δεν έχει την πολυτέλεια των καταθλίψεων ή της μεμψιμοιρίας. Η ζωή την τραβάει από το μανίκι, μαζί με τις υποχρεώσεις και την επιθυμία να είναι παραγωγική, χρήσιμη, να ανανεώνει τις γνώσεις, να τροφοδοτεί με καινούργιες ιδέες τον εαυτό της και τους γύρω της. Είναι ικανή, αλλά ακονίζει και τις ικανότητές της, δεν εφησυχάζει, η δουλειά δεν τη φοβίζει, ψάχνει διαρκώς και αναζητεί καινούργια πεδία. «Ξέρεις, σκέφτομαι να ασχοληθώ και με την αγιογραφία. Πάντα μου άρεσε», λέει.
Την παρακολουθώ, μάλλον σιωπηλή, με ελάχιστες παρεμβάσεις. Μοιάζει με ηρωίδα μυθιστορήματος, ο λόγος της έχει οικονομία, αμεσότητα και ακρίβεια, ζυγίζει τα γεγονότα, δεν τα μεγεθύνει, δεν τα δραματοποιεί, ακόμη και εκείνα (όπως οι αιφνίδιοι θάνατοι) που καθορίζουν τον ανθρώπινο βίο.
Δεν ήταν αγανακτισμένη, με την οικονομική κρίση. Αυστηρή ναι, θυμωμένη ναι. Αυτό που θα μπορούσε να τη διαλύσει, όμως, είναι η απραξία. Η καθήλωση. Είναι εκπαιδευμένη να βρίσκει λύσεις, να αναπληρώνει τις απώλειες, να μην κάμπτεται από την αποτυχία.
Η γυναίκα αυτή, γήινη και μεθοδική, συγκεντρώνει τη δυναμική μιας Ελλάδας με αντοχές και προοπτική. Επινοητικότητα και ασκημένο ένστικτο επιβίωσης. Στο δαιδαλώδες αεροδρόμιο του προορισμού μας, χωρίς να μιλάει καμία ξένη γλώσσα, έβρισκε πιο γρήγορα απ’ όλους τη σωστή κατεύθυνση και τις εξόδους. Συγκεντρωνόταν στον στόχο της και προχωρούσε με βήμα σταθερό και αποφασισμένο. Την παρατηρούσα. Τη θαύμαζα και την καμάρωνα. Δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι εκείνο που δεν θα επιτρέψει από κανέναν να της στερήσει, είναι μόνο ένα πράγμα: τη χαρά της.

Tης Mαριας Kατσουνακη

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Καταστροφικοί μεγαλομανείς

Ας φανταστούμε πώς είναι δυνατό να παρατηρήσουμε τις αντιδράσεις των ανθρώπων που μόλις πέρασαν από ιατρικές εξετάσεις και που μαθαίνουν από τον γιατρό τους πως πάσχουν από μια πολύ σοβαρή, ενδεχομένως θανατηφόρα, ασθένεια. Η μεγάλη πλειοψηφία, σφίγγοντας τα δόντια θα ακολουθήσει τη θεραπεία που τους έχει υποδειχθεί, όσο επώδυνη και αν είναι. Κάποιοι λίγοι, παράλυτοι από τον φόβο θα αρνηθούν να αποδεχθούν την πραγματικότητα και θα παρασυρθούν από τσαρλατάνους που υπόσχονται θαυματουργές λύσεις και σίγουρα αποτελέσματα με ελάχιστο πόνο. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που θα απαρνηθούν τη θεραπεία, ανακοινώνοντας πως αυτό που προέχει πάνω απ’ όλα είναι η ανακάλυψη ενός εμβολίου για την ασθένειά τους ή πως επιθυμούν να αφιερώσουν όλη τους την ενέργεια για να πετύχουν έναν κόσμο δίχως αρρώστιες. Τους ανθρώπους αυτούς εύκολα θα τους χαρακτηρίζαμε μεγαλομανείς και μάλιστα με έντονες αυτοκαταστροφικές τάσεις.
Μια συμπεριφορά που θα μας φαινόταν εντελώς παράλογη σε έναν άρρωστο άνθρωπο, τείνει να καταστεί κυρίαρχη σε μιαν άρρωστη χώρα. Αντιμέτωποι με μια πρωτοφανή κρίση, αντί να επικεντρώσουμε όλη μας την ενέργεια στην όσο το δυνατό πιο αποτελεσματική και ορθολογική εφαρμογή των αναγκαίων μέτρων, αναλωνόμαστε σε άσκοπες συζητήσεις είτε για θαυματουργές λύσεις που μας προτείνουν κάποιοι τσαρλατάνοι, είτε για το πώς οι «πλατείες» και οι «αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες» θα μας οδηγήσουν σε ένα κόσμο δίχως οικονομικές κρίσεις, είτε για τη μοναδική ευκαιρία που μας δίνεται να ανατρέψουμε τον καπιταλισμό. Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα στη δίνη παρόμοιων κρίσεων, στη χώρα μας ευδοκιμούν οι καταστροφικοί μεγαλομανείς.
Οι μεγαλομανείς αυτοί είναι διαφορετικών λογιών. Οι πιο εμφανείς είναι οι τσαρλατάνοι που, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, εκμεταλλεύονται τον φόβο και την άγνοια των ανθρώπων, υποσχόμενοι θαυματουργά αντίδοτα που υπάρχουν μόνο στη φαντασία τους, όπως η ανιδιοτελής βοήθεια της Ρωσίας ή της Κίνας. Στο αντίθετο άκρο βρίσκονται οι (λίγοι) ευφυείς μεγαλομανείς που διαθέτουν επιστημονικές περγαμηνές και μπορούν να εντυπωσιάζουν τους αδαείς με τις γνώσεις τους. Εκείνο όμως που προέχει γι’ αυτούς δεν είναι τόσο η σωτηρία της Ελλάδας, όσο η αναμόρφωση της Ευρώπης. Το επιχείρημα δεν στερείται λογικής, αφού η ελληνική κρίση προφανώς διαπλέκεται με την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομική κρίση. Αλλο πράγμα είναι, όμως, η αναγνώριση της διαπλοκής των κρίσεων και άλλο η αναγωγή των εξωγενών παραγόντων σε άλλοθι για να πράξουμε τα ελάχιστα. Στην περίπτωση των ευφυών μεγαλομανών, η ελληνική κρίση αποτελεί απλά ένα μέσο για τη δική τους συμμετοχή σε μια ευρύτερη, διεθνή, συζήτηση που τους φαίνεται πολύ πιο σημαντική από την ελληνική αντίστοιχη και στην οποία θεωρούν πως δικαιωματικά ανήκουν.
Μεταξύ των τσαρλατάνων και των ευφυών μεγαλομανών, συναντάμε την πολυαριθμότερη μερίδα μεγαλομανών: τους αφελείς. Αυτοί ενηλικιώθηκαν με αριστερές ιδεοληψίες και, μολονότι τις άφησαν πίσω τους εξακολουθούν, συχνά υποσυνείδητα, να κυριαρχούνται από έναν έντονο σοσιαλιστικό ρομαντισμό - και αυτό άσχετα από το αν ευημέρησαν λόγω καπιταλισμού. Γι’ αυτούς, η κρίση είναι ανυπόφορη κυρίως επειδή αποτελεί επώδυνη υπενθύμιση τόσο της πανωλεθρίας που υπέστησαν τα νεανικά τους σοσιαλιστικά οράματα όσο και της κυριαρχίας του μισητού «νεοφιλελευθερισμού» που εξακολουθεί να επιβιώνει μέσω κρίσεων. Μπορεί η τάση αυτή να φαντάζει συγκινητική, καθώς παραπέμπει σε μια μεταφυσική πίστη σε δήθεν ανώτερες και αγνότερες αξίες. Είναι όμως αρνητική γιατί αποπροσανατολίζει τη σκέψη και αποσυντονίζει τη δράση σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή.
Δίπλα στη μάζα των αφελών, μπορεί να διακρίνει κανείς τους λίγους μεν, αλλά ορατούς λιγούρηδες της επανάστασης. Αυτοί δεν αρκούνται στο αναμάσημα αόριστων ευχολογίων για εναλλακτικά συστήματα, αλλά προωθούν συστηματικά το χάος, είτε με λόγια είτε και με έργα. Μια σημαντική μερίδα αποτελείται από δευτεροκλασάτους πανεπιστημιακούς, όχι σπάνια του εξωτερικού. Γι’ αυτούς, κάθε αναταραχή που ξεσπάει στην Ελλάδα αποτελεί ευκαιρία για να ξεφύγουν από την αφάνεια και γραφικότητα, στην οποία τους έχει καταδικάσει η επαγγελματική τους ανυπαρξία. Είναι οι ίδιοι που πλάσαραν την «εξέγερση του Δεκέμβρη 2008» ως προάγγελο παγκόσμιας επανάστασης και τώρα, με την Ελλάδα στα πρωτοσέλιδα του παγκόσμιου Τύπου, βρήκαν την ευκαιρία της ζωής τους. Το αφήγημά τους συνδυάζει έναν πρωτόγονο αριστερό ριζοσπαστισμό ανάμεικτο με παλαιά και νεότερα στερεότυπα, όπως η περιγραφή της Ελλάδας ως αιώνιας κοιτίδας της Αντίστασης και της πλατείας Συντάγματος ως σύγχρονης μετουσίωσης της αρχαίας Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Οι άνθρωποι αυτοί ηδονίζονται με το χάος, γιατί μόνο έτσι μπορούν να διεκδικήσουν μια κάποια δημόσια παρουσία. Γι’ αυτούς, η καταστροφή της Ελλάδας δεν είναι απλώς μια παράπλευρη απώλεια στον δρόμο προς ένα καλύτερο μέλλον, αλλά η προϋπόθεσή της. Οι λιγούρηδες της επανάστασης είναι καταστροφικοί μεγαλομανείς.
Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις της κρίσης με θετικό και αποτελεσματικό τρόπο, έχουμε τη δυνατότητα να αφήσουμε πολλές παθολογίες πίσω μας. Σίγουρα, η καταστροφική μεγαλομανία δεν θα είναι η μικρότερη απ’ αυτές.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.




Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Ρήμα το Σκοτεινόν



Eίμαι άλλης γλώσσας, δυστυχώς, και Hλίου του Kρυπτού ώστε
Oι όχι ενήμεροι των ουρανίων να μ' αγνοούν. Δυσδιάκριτος
Kαθώς άγγελος επί τάφου σαλπίζω άσπρα υφάσματα
Που χτυπιούνται στον αέρα και μετά πάλι αναδιπλώνονται
Kάτι να δείξουν, ίσως, τα θηρία μου τα χωνεμένα ώσπου τελικά
Nα μείνει ένα θαλασσοπούλι τ' ορφανό πάνω απ' τα κύματα
 
Όπως και έγινε. Όμως χρόνια τώρα μετέωρος κουράστηκα
Kι έχω ανάγκη από γης που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη
Mάνταλα πόρτες κρυφακούσματα κουδούνια· τίποτε. A
Πιστευτά πράγματα μιλήστε μου! Kόρες που εμφανιστήκατε κατά
    καιρούς
Mέσ' απ' το στήθος μου κι εσείς παλαιές αγροικίες
Bρύσες που λησμονηθήκατε ανοιχτές μέσα στους αποκοιμισμένους
    κήπους
Mιλήστε μου! Έχω ανάγκη από γης
Που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη

Έτσι κι εγώ, μαθημένος όντας να σμικρύνω τα ιώτα και να
    μεγεθύνω τα όμικρον
Ένα ρήμα τώρα μηχανεύομαι· όπως ο διαρρήκτης το αντικλείδι του
Ένα ρήμα σε -άγω ή -άλλω ή -εύω
Kάτι που να σε σκοτεινιάζει από τη μία πλευρά εωσότου
H άλλη σου φανεί. Ένα ρήμα μ' ελάχιστα φωνήεντα όμως
Πολλά σύμφωνα κατασκουριασμένα κάππα ή θήτα ή ταυ
Aγορασμένα σε συμφερτικές τιμές από τις αποθήκες του Άδη
Eπειδή, από τέτοια μέρη ευκολότερα
Yπεισέρχεσαι σαν του Δαρείου το φάντασμα ζωντανούς και
    πεθαμένους να κατατρομάξεις

Eδώ βαρεία μουσική ας ακούγεται. Kι ανάλαφρα τα όρη ας
Mετατοπίζονται. Ώρα να δοκιμάσω το κλειδί. Λέω:
    κ α τ α ρ κ υ θ μ ε ύ ω
Eμφανίζεται μεταμφιεσμένη σε άνοιξη μια παράξενη αγριότητα
Mε παντού βράχια κοφτά κι αιχμηρά θάμνα
Ύστερα πεδιάδες διάτρητες από Δίες κι Eρμήδες
Tέλος μια θάλασσα μουγγή σαν την Aσία
Όλο φύκια σχιστά και ματόκλαδα Kίρκης

Ώστε λοιπόν, αυτό που λέγαμε "ουρανός" δεν είναι· "αγάπη" δεν·
    "αιώνιο" δεν. Δεν
Yπακούουν τα πράγματα στα ονόματά τους. Πλησιέστερα του
σκοτωμού
Kαλλιεργούνται οι ντάλιες. Kι ο βραδύς κυνηγός μ' αιθερίου
    θηράματα
Eπιστρέφει κόσμου. Kι είναι πάντοτε -φευ- νωρίς. Aχ
Δεν υποψιαστήκαμε ποτέ πόσο υπονομευμένη από θεότητα είναι
H γη· τι χρυσός ρόδου αέναου της χρειάζεται ν' αντισταθμίζει
Tο κενό που αφήνουμε, όμηροι όλοι εμείς μιας άλλης διάρκειας
Που η σκιά του νου μάς αποκρύπτει. Aς είναι

Φίλε συ που ακούς, ακούς της ευωδιάς των κίτρων
Tις μακρινές καμπάνες; Ξέρεις τις γωνιές του κήπου όπου
Eναποθέτει τα νεογνά του δειλινός ο αέρας; Oνειρεύτηκες
Ποτέ σου ένα καλοκαίρι απέραντο που να το τρέχεις
Mη γνωρίζοντας πια Eρινύες; Όχι. Nα γιατί καταρκυθμεύω
Που οι βαριές υποχωρούν αμπάρες τρίζοντας κι οι μεγάλες θύρες
    ανοίγονται
Στο φως του Ήλιου του Kρυπτού μια στιγμούλα, η φύση μας η
    τρίτη να φανερωθεί
Έχει συνέχεια. Δε θα την πω. Kανείς δεν παίρνει τα δωρεάν
Στον κακόν αγέρα ή που χάνεσαι ή που επακολουθεί γαλήνη

Aυτά στη γλώσσα τη δική μου. Kι άλλοι άλλα σ' άλλες. Aλλ'
H αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται.

Ελύτης Oδυσσέας

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

Η γέννηση


Χρυσές αχτίδες τραβούν της θλίψης το βάρος σε μια ραστώνη καλοκαιρινή
 που με προσκαλεί σε ενός κήπου την αυλή.
Αιχμαλωτίζεται η προσοχή με θαυμασμό, εκεί δα, στο χώμα το ταπεινό. Μια νέα ζωή μόλις ξεκινά με βιάση περισσή να σπρώχνει προς τον ουρανό με ήχο δυνατής σιωπής.
Δέηση μυστηριακή αρχίζει μες την ψυχή για κάτι που δεν έχει ματαδεί, δεν έχει καν φανταστεί, μα πιστεύει πως είναι εκεί.
Πίσω από την λάμψη των αστεριών σε μια νύχτα που χάθηκε το φεγγάρι, στο φως ουράνιου τόξου που σβήνει εκεί που σμίγει η γη κι ο ουρανός. Στο άνθος μιας μυγδαλιάς, στης πεταλούδας το ανάλαφρο πέταγμα, στο τραγούδι του αγέρα που ψιθυρίζει μέσα στα φύλλα μιας λεύκας , στο ερωτικό κελάηδημα ενός πουλιού, στο δροσερό νερό που σβήνει την δίψα του καλοκαιριού, στην απλόχωρη όαση μιας σκιάς που προσφέρει το δέντρο στα ριζά ενός μυθικού βουνού.
Και το ταξίδι ενώ ξεκινά για της ουτοπίας τα μέρη τα μακρινά, φτάνει εν τέλει σε μέρη κοντινά, μα αποκαλυπτικά, που μόνο η αγάπη ξεδιπλώνει. 

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Μικροπράγµατα που προδίδουν

1 Ξέρω· µόνον τα «µεγάλα ζητήµατα» έχουν σηµασία (όπως και τα µεγάλα λόγια, ναί). Ενώ για τα µικροπράγµατα της καθηµερινότητας δέν αξίζει να γίνεται λόγος. Eλα όµως που οι κοινωνιολόγοι µάς λένε οτι κάθε συµπεριφορά (ατόµων ή οµάδων) στην µικρή κλίµακα υποδηλώνει µια πολύ ευρύτερη στάση ή και µια πίστη σε θέµατα µεγάλης κλίµακας. Τόσο πολύ, ώστε δικαίως λέγαν οι παλιοί «βρόµικος ο χαλές, ψεύτικος ο τουπές» (ρητόν του οποίου την καθολικήν ισχύν µπορεί ο καθείς να επαληθεύσει – δοκιµάστε το σε δηµόσιες Υπηρεσίες, λ.χ.). ∆ηλαδή, τί ελπίζεις: Άν διορθώσουµε τις µικροσυµπεριφορές µας (όλοι, βέβαια), θα ρυθµισθούν και τα χαίνοντα µεγάλα ζητήµατα της Χώρας; Θεωρητικώς, όχι.
Oµως, στην πράξη, το Eθος παράγει Hθος. Και πού ξέρεις; Oλο και κάτι θα γίνεται καθώς θα βελτιώνονται τα γύρω-µας, κι η διάµετρος του Καλού θα µεγαλώνει...
Ετούτο το ενθαρρυντικό προανάκρουσµα ήτανε βέβαια και µια αποενoχοποιητική εισαγωγή για το γεγονός οτι θ’ απασχολήσω σήµερα µε µικροπράγµατα τον (ενδεχόµενο) αναγνώστη, που όµως διψάει ν’ ακούει συνεχώς για την Κρίση. Oσο περνάνε όµως οι µήνες τόσο και πληθαίνουν εκείνοι που πείθονται πλέον οτι η οικονοµική Κρίση-µας δέν είναι «οικονοµική», αλλα κυοφορούνταν 30 χρόνια τώρα ως Κρίση προπάντων ηθική.
Εδώ πάντως σήµερα στα «µικροπράγµατα» δέν θα συµπεριλάβω τα µεγάλα σπήλαια που κατέφαγαν το κοινωνικό µας σώµα – τα οποία παρα ταύτα θα ήθελα να τα υπαινιχθώ τουλάχιστον, ως κυρίως ερµηνευτικά της κατάντιας µας (εκτός των ξένων βέβαια που µας φθονούν, κ.λπ., κ.λπ.): Και εννοώ τα διάτρητα εργασιακά µας ήθη («ζωή είν’ αυτή, ρε παιδί-µου, που κάνουν στη Γερµανία;»), το εθνικό σπoρ της αλληλοκλεψάνας (τώρα µόνον συντάσσονται οι στατιστικές της καθηµερινής µικροαπάτης σ’ όλα ανεξαιρέτως τα επαγγέλµατα – µηδέ των δικαστών και των ιερέων εξαιρουµένων), την µανιώδη καταναλωτική µετατροπή πάσης ευρωπαϊκής επιδότησης, την υψηλότερη αφρικανική επίδοση µπαχτσισολογίας, τα φασιστοειδή που ανενόχλητα «κανονίζουν» το ελληνικό Πανεπιστήµιο, και άλλα όσα επι 30 χρόνια υπέσκαψαν το έδαφος κάτω απ’ τα πόδια µας – και τώρα διερωτώµεθα παρθενικότατα «γιατί βουλιάζοµε;». Αυτά, λοιπόν, προφανώς και δέν περιλαµβάνονται στα «µικροπράγµατα» της σηµερινής επιφυλλίδας. Oπως άλλωστε ούτε το µέγα κακούργηµα να µή βρεθεί ούτε ένας Πολιτικάντης τόσα χρόνια να µοιράσει το εθνοσωτήριο µονοσέλιδο φυλλάδιο, που µε τρεις µόνον αριθµούς θα έδειχνε την επικείµενη καταστροφή:
(i) Ποσοστιαία πτώση της εθνικής Παραγωγής, (ii) Ποσοστιαία άνοδος του βιοτικού επιπέδου µας, (iii) Παροξυσµική αύξηση δανεισµού για να συντηρείται το Ψεύδος. Θα µου ‘πείς, άν το µοίραζε δέν θα τον ξαναψήφιζαν οι εθελοτυφλούντες. Σωστό κι αυτό.
2 Εδώ όµως σήµερα, θα υπενθυµίσω µόνον «µικροπαραπτώµατα» της καθηµερινής-µας ζωής, τα οποία είναι µετρίως ή λίγο ή αµυδρώς αντικοινωνικά – τα οποία όµως, εµείς η πλειονότητα, τα αντιµετωπίζοµε µε αντιδράσεις ανεπαρκείς ή χλιαρές. (Για να µήν ‘πώ οτι µερικές φορές τα βλέποµε και ως «διασκεδαστικά» – τέτοιος µιθριδατισµός...).
Ν’ αρχίσω απ’ τα κυκλοφοριακά; Συνεχίζοµε να έχοµε το µεγαλύτερο, κατ’ αναλογίαν, ποσοστό θανατηφόρων οδικών ατυχηµάτων (χωρίς να έχοµε τους χειρότερους δρόµους της Ευρώπης). Η κύρια ερµηνεία της φοβερής αυτής εκατόµβης είναι λένε διττή: Λεβεντοβλακώδης άγνοια κινδύνων, και αδιαφορία για τον συνάνθρωπο. (Εχετε ποτε σκεφθεί τις ευρύτερες πολιτικές συνέπειες µιας τέτοιας άηθης στάσης µεγάλων µαζών;) Αλλωστε, δέν το βλέπετε πώς κλείνοµε και τον εγκάρσιο δρόµο µε το αυτοκίνητό-µας, ελπίζοντας να περάσοµε στριµωχτά τελευταίοι στην ουρά του δικού-µας δρόµου; Αδιαφορία καραµπινάτη. Οση και του πτωχού µοτοσικλετιστή που κυκλοφορεί στο πεζοδρόµιο, καβάλα στη µηχανή του. Προσέξτε: Αυτά τα φαινόµενα είναι τόσο συντριπτικώς συχνά κάθε µέρα, ώστε δύσκολα θ’ αρνηθείτε το συµπέρασµα οτι ετούτη η µαζική αντικοινωνικότητα ευλόγως αναµένεται πως θα εκδηλώνεται και σε ποικίλους άλλους τοµείς της πολιτικής ζωής! Κι άν θέλετε να µείνοµε λίγο ακόµη στα κυκλοφοριακά, προσέξτε την επόµενη φορά που θα τύχει (φαινόµενο σπανιότατο) να σηκωθεί παιδί στο λεωφορείο να σας δώσει τη θέση-του, µαντέψτε την εθνικότητά-του (µεταναστάκια µόνον είναι), για να ιδείτε πόσο βαθιά έχει διεισδύσει η αεράτη αναλγησία στις φαµίλιες µας. Ηδη όµως τον ακούω τον µορφωµένο αντιρρησία-µου να λέει: «Καλά, µ’ αυτές τις ηθικολογίες προσπαθείς να ξορκίσεις τη στυγνή εκµετάλλευση των φτωχών απ’ τους πλουσίους;».
Και απαντώ αµέσως («άµεσα», που λεν κι οι αγράµµατοι) «ενάντια στη δεδοµένη εκµετάλλευση, το ερώτηµα είναι µε ποιούς πραχτικούς τρόπους θα εντοπίσοµε τα αίτια της έρπουσας απολιτικότητάς-µας, αντί για τα ιδεαλιστικά φούµαρα των πολιτικών µεγαθεωριών, που αδιαφορούν για τα πραγµατικά δεδοµένα (τα οποία κάθε θεωρία θα έπρεπε να είναι σε θέση να ερµηνεύσει)».
Εξ άλλου, έχετε σκεφθεί πόσο ταπεινωτικό για την τυµπανοκρουσµένη δηµοκρατικότητά-µας είναι το γεγονός της µαζικής καπνιστικής προστυχιάς σε δηµόσιους χώρους; (Αλλη «πρωταθλητιά» της δοξασµένης Χώρας µας – έλεος πια, όλες ετούτες οι πρωτιές-µας απ’ τον πάτο.)
Με τέτοια προκλητική αδιαφορία για την υγεία και την άνεση εκατοµµυρίων συµπολιτών τους, πώς να εµπιστευθούµε την «πολιτική» (;) ευθυκρισία αυτής της κατηγορίας των φουµαδόρων...
Αλλά, τί να πρωτοθυµηθεί κανεις σ’ αυτήν την ανατόµηση της αντικοινωνικότητάς-µας. Εχετε προσέξει µε πόση βλαχοαρχοντιά απαντάµε «όχι, όχι» στην υπόδειξη (πολλών πλέον) επαγγελµατιών «πάρτε την απόδειξη»; Την ίδια στιγµή που ελεεινολογούµε την ευρωπαϊκή πρωταθλητιά µας στη φοροδιαφυγή.
3 Είχα δεν είχα, τον ξόδεψα τον χώρο-µου, και µάλιστα σε εποχές οικονοµίας. Πάντως («σε κάθε περίπτωση», που λεν κι οι µεταφραστές του «εν πάση περιπτώσει»), παρ’ όλο που δέν τέλειωσαν τα παραδείγµατα των αντικοινωνικών-µας µικροπραγµάτων, µισοφάνηκε ίσως οτι ετούτα τα µικρά συνιστούν σπουδαία «µέτρηση» αξιακών στάσεων: µιας πολύ µειωµένης κοινωνικής συνοχής εκ των κάτω, πέραν της πολυπροβαλλόµενης πονηρής αδιαφορίας εκ των άνω. Υποστηρίζω οτι άν ειλικρινώς αυξάναµε αυτήν την εκ των κάτω κοινωνικότητά-µας, τότε ούτε οι µεγαλόσχηµοι εκµεταλλευτές, ούτε οι Πολιτικάντηδες θα έβρισκαν έδαφος να πατάνε. Κι αυτός θα ήταν ο µόνος πολιτικός σκόπιµος τρόπος για την απαιτούµενη Αλλαγή των ηγετών-µας, αντί για τις πέτρες και τις µούντζες. ∆ιοτι ετούτοι θα προσαρµοσθούν: θα σας ξαναχαϊδολογήσουν τώρα αλλιώς τ’ αυτιά – και έσεται πλάνη χείρων της πρώτης...

Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι οµότιµος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.


Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Οι διάκονοι του ουρανού

Στο άπειρο μπλε, χωράφι του ουρανού, ο γεωργός έριξε τους σπόρους του φωτός
ξανοίγει το γκρι σε γραμμές,
μοιράζουν τις ακτίνες της ζωής, οι διάκονοι του ουρανού, σε όλη τη πλάση
αφοπλίζεται η δύναμη του σκοταδιού γι αυτούς που διψούν, αναγεννιούνται κοινωνοί μιας άλλης ζωής, διαφορετικής,
όταν αρχίζουν να πίνουν από την αλήθεια που είναι απροσπέλαστη γι αυτούς που δεν αγαπούν.
 
 
 
 

 
 

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Οταν το πλήθος γίνεται όχλος

Oι σύγχρονες κοινωνίες ταλαντεύονται ανάμεσα στην απόγνωση και την παθητικότητα, την αδράνεια και τη διαμαρτυρία. Από τι κινδυνεύει περισσότερο η δημοκρατία, από την εγρήγορση ή την ακινησία; Στις ζωηρές συζητήσεις των ημερών για τη συμπεριφορά του πλήθους, για το πώς το άτομο σκέπτεται και δρα μέσα στην αναβράζουσα κοινωνία, συχνότερα επιλέγεται η πρώτη, ενώ πιο αληθινή μοιάζει η δεύτερη.
Ο Φρόιντ έλεγε πως η μάζα «οικοδομείται» από τις νευρώσεις του ατόμου. Ενώ ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Ντέιβιντ Ρίσμαν πρέσβευε («Το μοναχικό πλήθος») ότι το άτομο αντλεί τον προσανατολισμό του από τον συγκαιρινό του· ανταποκρίνεται αλλά δεν επιλέγει, όλο και περισσότερο σκλάβος της κοινής γνώμης. Πώς σκέφτονται, πώς αντιδρούν όσοι σήμερα αναμειγνύονται και αγκομαχούν στο πήγαιν’ έλα της μυρμηγκιάς του Συντάγματος; Αγνωστο.


Το βέβαιο είναι πως δεν αποτελούν ένα ομοιογενές σύνολο. Αλλά πολλά σώματα με διαφορετική κινητικότητα και αντιδράσεις. Αν κάτι τα ενώνει, είναι η ανάγκη να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους. Μιλιούνια συγκεντρώνονται σε κάθε κάλεσμα. Μια ισχυρή συντριπτική αλήθεια που δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Και όπως ένα καζάνι που βράζει, έτσι και οι καθημερινές συγκεντρώσεις δεν είναι ολότελα ειρηνικές.
Στόχος της οργής γίνονται όχι μόνον όσοι έχουν αναμειχθεί στα πιο βρώμικα σκάνδαλα, έχουν νομιμοποιήσει τις πιο ανήθικες συμπεριφορές, έχουν αποδεχθεί τη συναλλαγή ως επικρατούσα τακτική, αλλά όλοι οι πολιτικοί. Πληρώνουν, χωρίς πολλές εξαιρέσεις, τις συνέπειες της διαφθοράς, της πολύχρονης ασυλίας τους, της αδιάλειπτης μέτρησης του πολιτικού κόστους (με βάση κυρίως τις αντιδράσεις των εταίρων της εξουσίας, των ομάδων συμφερόντων, των συντεχνιών, των κρατικοδίαιτων συνδικαλιστών), το γεγονός ότι ακόμη και στην κορύφωση της κρίσης, αποφάσεις λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες και ο κόσμος δεν γνωρίζει όλη την αλήθεια.
Ετσι το πάθος που ωθεί τους πολίτες να δρουν για το κοινό καλό, να αντιστέκονται στις επιθέσεις των εχθρών της πολιτείας, να κινητοποιούνται κι όταν παραβιάζονται τα δικαιώματα μόνον ενός, δεν είναι ενεργό απ’ άκρη σ’ άκρη της συνωστισμένης πλατείας. Αλλοτε αναβλύζει το εγώ της ηπιότητας κι άλλοτε το εγώ της επιθετικότητας, των ενστίκτων. Και το πλήθος, ενίοτε, γίνεται όχλος.
Οι πράξεις του όχλου δεν κατευθύνονται ούτε και ελέγχονται από τη λογική. Επηρεάζονται από τα αισθήματα που προκαλούν οι αναλαμπές της συγκυρίας. Ο όχλος μεταμορφώνει την προσωπικότητα όσων τον αποτελούν. Ο ήπιος και ο βίαιος, ο άξεστος και ο ευγενής, αποκτούν όμοια κριτήρια, ίδιες αντιδράσεις. Ο όχλος δεν σκέφτεται, αισθάνεται. Δεν προσχεδιάζει, κι αψηφά τις συνέπειες. Ο όχλος στερείται μέτρου. Καταρρίπτει κάθε φραγμό, ξεσπώντας επί δικαίων και αδίκων.
Ομως η έξοδος από την κρίση δεν μπορεί να προέλθει από μια οργισμένη και κατακερματισμένη κοινωνία. Από τη ρίψη στον Καιάδα όλων των αρχών κι όλων των θεσμών. Η γενίκευση μιας τέτοιας στάσης ίσως έστρεφε τμήματα της κοινωνίας σε επικίνδυνες κατευθύνσεις, ίσως οδηγούσε σε ακραίες εξελίξεις. Θα πρέπει η οργή να γίνει ορμή και έρμα μιας νέας οργάνωσης με κοινωνική διαφάνεια και κοινωνική δικαιοσύνη. Μιας κοινής γλώσσας. Μιας νέας ευπρέπειας.
Tης Τασουλας Καραϊσκακη

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Ένας μικρότερος κόσμος


Αναζητώ μιαν ακτή να μπορέσω να φράξω
με δέντρα ή καλάμια ένα μέρος του ορίζοντα.
Συμμαζεύοντας το άπειρο, νάχω την αίσθηση: 
ή πως δεν υπάρχουνε μηχανές ή πως υπάρχουνε πολύ λίγες 
ή πως δεν υπάρχουν στρατιώτες ή πως υπάρχουνε πολύ λίγοι 
ή πως δεν υπάρχουνε όπλα ή πως υπάρχουνε πολύ λίγα, 
ή πως δεν υπάρχουνε έμποροι ή πως υπάρχουνε πολύ λίγοι σε απόκεντρα σημεία της γης όπου ακόμη δεν έγιναν αμαξωτοί δρόμοι.
Το ελπίζει ο Θεός
πως τουλάχιστο μες στους λυγμούς των ποιητών
δεν θα πάψει να υπάρχει ποτές ο παράδεισος.


Νικηφόρος Βρεττάκος

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Αγαπημένοι «αγανακτισμένοι» συμπολίτες μου

Εικόνες στα ΜΜΕ από μαζεμένους ανθρώπους, που ενώ δεν υποστηρίζουν κανένα πλέον κόμμα, κατακλύζουν τους δρόμους σε διάφορες πόλεις! Πολιτικός προφανώς δεν είχε και ούτε θα γευτεί ποτέ αυτή τη χαρά! 



 Ειρηνικά μοιράζονται το έχει τους, συζητούν και τραγουδούν τον πόνο τους. Ενίοτε φωνάζουν συνθήματα, πολλά από αυτά με χιούμορ, δηλώνοντας την άρνηση τους στα δεδομένα που τους πιέζουν σε μια αυστηρή λιτότητα έως εσχάτων και σε μια σύγχυση περί πτώχευσης που κουβαλάει τον ιό της κατάθλιψης.



Χαίρομαι με την συμμετοχή τόσων ανθρώπων που δηλώνουν ότι δεν ανήκουν σε κανένα κόμμα.
Χαίρομαι που συγκεντρώνονται και κουβεντιάζουν.
Χαίρομαι που μοιράζονται την καθημερινότητα τους σε μια άλλη βάση πιο κοινοτική.
Χαίρομαι που οι συγκεντρώσεις τους δεν είναι βίαιες.
Χαίρομαι που δεν έχουν κάνει τους τόπους συγκέντρωσης σε τόπους σκουπιδότοπου.
Μου θυμίζει θάλασσα που μοιάζει γαλήνια όμως την διαπερνούν δυνατά υπόγεια ρεύματα. Όλοι τους είναι άνθρωποι που αρνούνται την εξαθλίωση της ζωής μας. Αρνούνται να δεχτούν πως ενώ κάποιοι καταστρέφουν την χώρα θα παρακολουθούν το τσουνάμι να θάβει την αξιοπρέπεια μας. Χαίρομαι που άρχισε το φιλότιμο να λειτουργεί και αποφασίστηκε αυθόρμητα πως όλοι μας κάτι πρέπει να κάνουμε για τη χώρα μας, για το σπίτι μας, για τον εαυτό μας.
Όμως πιστεύω πως όλος αυτός ο κόσμος που κατεβαίνει σε αυτή την συγκέντρωση κατηγορεί τους άλλους για  αυτό που ο ίδιος απέρριψε. Έναν κοινοτικό τρόπο ζωής που οι συνάξεις δεν είχαν καχυποψία, οι κουβέντες δεν είχαν χρώμα, κι ένας κοινός τρόπος ζωής που έλεγε ότι κανείς δε σώζεται μόνος του μα όλοι μαζί. 
Βλέπω όλο αυτό το κέφι και την μαζική συμμετοχή και πιστεύω πως είναι αυτό που δίνει κουράγιο και δύναμη σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Αυτό είναι που ικανοποιεί περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο. Μαζεύονται για να βρίσκονται, να βλέπονται, γιατί όλοι το έχουμε ανάγκη!

Χάσαμε το πρόσωπό μας μέσα σε μια πόλη απάνθρωπη που η μόνη της αξία έφτασε να είναι το τι έχω κι όχι το ποιος είμαι! Μια πόλη που κανείς δε δίνει σημασία στον άλλο, ακόμη κι όταν τον δει πεσμένο, γιατί τώρα "δεν προλαβαίνω". Μια πόλη που μας έχει φέρει πολύ κοντά για να μας κρατάει πολύ μακριά. Κι εύχομαι μέσα από αυτή τη συνεύρεση να συναισθανθούμε και τα δικά μας λάθη σε αυτό το τέλμα της κοινωνίας μας.
 

 Είμαστε όλοι υπεύθυνοι για την σημερινή χρεοκοπία.
Γιατί και εμείς θέλαμε να μπούμε στο δημόσιο να έχουμε μια σίγουρη δουλειά κι ας κάθομαι!
Γιατί και εμείς δανειστήκαμε περισσότερα από αυτά που μπορούσαμε να πληρώσουμε  γιατί δεν μπορούσαμε να υστερούμε από τους συγγενείς ή τους φίλους μας!
Γιατί και εμείς κοιτούσαμε την στενό μας μόνο κύκλο και δεν λέγαμε ούτε καλημέρα στον γείτονα κλεισμένοι στον αφράτο μας κόσμο!
Γιατί η μοναδική μας σκέψη ήταν να αρπάξουμε για "να 'μαστε εμείς καλά και δεν πάει να κουρευτεί ο κόσμος όλος"!
Γιατί ζούσαμε μόνο για το σήμερα αδιαφορώντας για το αύριο λέγοντας "έχει ο Θεός" χωρίς να νοιαζόμαστε για τον Θεό!
Γιατί χτίσαμε έναν κόσμο πάνω στα υλικά κι όχι στην ανθρωπιά, στη φιλία, στη φιλοξενία, στην δημιουργικότητα και το μεράκι.Γιατί αποφύγαμε την υπευθυνότητα και τη δουλειά πιστεύοντας πως αυτά είναι για τους κουτούς ενώ εμείς είμαστε πιο έξυπνοι και καταφερτζήδες.
Γιατί είτε είχαμε την εξουσία του γκισέ αδιαφορώντας είτε περιμέναμε στην έξω πλευρά του παίρνοντας τη σειρά άλλου!
Ξεχάσαμε την ευχή που λέγανε οι παλιοί "να γίνεις άνθρωπος" και γίναμε ανθρωπάκια που θέλαμε να χωθούμε κάπου να βολευτούμε. Χάσαμε το χαμόγελο μας και γίναμε μαριονέτες της τηλεόρασης. Κλειστήκαμε με τα τηλεχειριστήρια μας βουλιαγμένοι στην ύλη και μόνο.


Και για αυτό πιστεύω πως δεν μπορούμε να φωνάζουμε ''κλέφτες" και να κοιτάμε στη Βουλή, όχι γιατί δεν έχουν κάνει ότι έκαναν κι ίσως ακόμη περισσότερα, μα γιατί είναι κι αυτοί αδέλφια μας, είναι κι αυτοί παιδιά μας. Τους πλάσαμε για την ικανοποίηση των εφήμερων μας αναγκών κι όχι για ένα αύριο αξιοκρατικό και δίκαιο που θα το βρουν και τα παιδιά μας. Γιατί και εμείς αν ήμασταν στη θέση τους τα ίδια ή και πολύ χειρότερα θα κάναμε αφού και χωρίς την δική τους εξουσία  δεν κάναμε και λίγα.
Η σωτηρία της χώρας δεν θα έρθει όταν δείχνουμε  αυτούς που κάθονται σε πουπουλένιες καρέκλες, μα από το δικό μου λάθος που θα δω ειλικρινά. Να καταλάβω πως θέλησα να συμμετέχω σε έναν τρόπο ζωής που δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές μου ανάγκες μα σε κάτι που φαντάζομαι πως θα με κάνει πιο ευτυχισμένο. Να δω πως κλείστηκα στα του οίκου μου κι αρνήθηκα να συμμετέχω σε μια κοινοτική προσπάθεια για το καλό της χώρας μου. Πως μόνο περιμένω να πάρω κι όχι να δώσω. Πως αντιμετωπίζω όλους τους άλλους σαν κάποιους που θα μου πάρουν τη θέση που εγώ θέλω. Σωτηρία θα έλθει όταν συνεχίσω την ζωή που ξεκίνησα σε μια πλατεία και την μεταφέρω και στη γειτονιά μου και στην καθημερινότητά μου. Να νοιάζομαι και να φέρνω φαγητό και μετά που τα πράγματα ίσως γίνουν χειρότερα. Να μαζευόμαστε να τα λέμε, στις χαρές και στις λύπες μας γιατί αλλιώς χανόμαστε. Να πάψουμε το "εγώ" και να αρχίσουμε να ψελλίζουμε σιγά-σιγά το "εμείς"! Να πάψουμε να είμαστε α-νόητοι και να ξαναανακαλύψουμε όχι το "έχει" μας μα το "είναι" μας. 


Ξεμείναμε από χρήματα και για να επιβιώσουμε πρέπει να δανειστούμε και να δουλέψουμε σκληρά για να τα επιστρέψουμε. Πώς αλλιώς θα έκανε ένας νοικοκύρης για το σπίτι του;
Και τότε θα μπορούμε να λεγόμαστε όχι "αγανακτισμένοι" μα "αδελφωμένοι" πολίτες που θέλουν πραγματικά να κάνουν κάτι. Αδελφωμένα να δουλέψουμε σε μια χώρα που θα έχει αξίες και που δεν θα μπορεί να σηκώσει την απάτη και την κλεψιά. Αδελφωμένα και μονοιασμένα να δουλέψουμε για να βγούμε από το πηγάδι και να λάμψουμε. Γιατί διαφορετικά θα πηγαίνουμε όλο και πιο κάτω και πολύ φοβούμαι πως το πηγάδι της μοναξιάς και της ατομικότητας έχει πολλούς πάτους και βαθύ σκοτάδι.