Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

Ποιός είναι ο Έλληνας σήμερα;


Ποιά είναι τα στοιχεία που προσδιορίζουν τον Έλληνα και εν γένει τον ελληνισμό;
Ο ελληνισμός σαν έννοια, σαν λέξη, κουβαλάει, "φέρει" μιαν ιδέα, ένα όραμα, μιαν αίσθηση που πλημμυρίζει από εικόνες και αισθήματα. Παρόλα αυτά, παραμένει απροσδιόριστη και ασαφής για τους περισσότερους από εμάς που θέλουμε και πιστεύουμε πως είμαστε Έλληνες σ' όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Και όσο για τις εικόνες είναι εύκολο να τις προσδιορίσουμε και να τις ορίσουμε. Θυμάμαι, με αγάπη, τις εικόνες εκείνες, που περιγράφει το περίφημο ποίημα του Ιωάννη Πολέμη: "Τι είναι η πατρίδα μας;"
Όσο για την ιδέα, το όραμα που δίνει σάρκα και οστά στον ελληνισμό είναι κάτι που μόλις μπορώ να ψηλαφίσω! Είναι η ανάγκη εκείνη, που ζητά να προσδιοριστεί, να ριζώσει, καταρχάς, εκεί που είτε νοιώθω πως ανήκω, είτε, ακόμη περισσότερο, είναι η ιστορία των πατεράδων, των παππούδων μας και ακόμη πιο πίσω.
Δυστυχώς για εμάς τους Έλληνες αυτή η επιστροφή, στο πρόσφατο παρελθόν της πατρίδας μας, κρύβει μια σκλαβιά 500 τουλάχιστον χρόνων, και μιλώ για το σύνολο της χώρας. Μπερδεμένοι λοιπόν, επιστρέφουμε στα πολύ παλαιότερα χρόνια, σαν από άρνηση, σαν από ντροπή, και είτε μένουμε σε κάτι απροσδιόριστο, είτε γινόμαστε αρχαιολάτρες χωρίς ίχνος αληθινής γνώσης.
Κι έτσι, πιστεύω, πως και η αίσθηση οφειλής, που συνήθως είχε ο Έλληνας για τον τόπο του, έγινε σήμερα ένας αυτοκαστρεπτικός ωχαδερφισμός.
Η φιλοξενία, για την οποία κάποτε διακρινόμαστε, έγινε καιροσκοπισμός και εκμετάλλευση  προς τον τουρίστα που ήρθε στον ευλογημένο τόπο μας!
Το ελληνικό πνεύμα σταμάτησε να μορφώνεται και να αναζητεί  την αλήθεια, κι άρχισε να στήνεται με τις ώρες στην τηλεόραση για να καταβροχθίσει αδιακρίτως και με ασάφεια από τον κάθε τυχάρπαστο, χωρίς κανένα κριτήριο.
Η Ορθοδοξία, η πίστη αυτή που μας κράτησε και μας ανέστησε από την σκλαβιά, δυστυχώς και με μεγάλη ευθύνη του ίδιου του θεσμού, αλλά και με περίσσιο από μας προοδευτισμό, την αφήσαμε στην άκρη και  φτάσαμε να είμαστε δεισιδαίμονες.
Η πλούσια γλώσσα μας αντικαταστάθηκε από τα greeklish, αλοίμονό μας!
Η λεβεντιά μας εκτονώθηκε στο πως θα τα "κονομήσω" και πως θα την "φέρω" στους άλλους.
Και η περηφάνια αυτού του λαού αντί να τον κάνει να προκόψει, να δημιουργήσει και να εξελιχθεί, τον έκανε κενόδοξο και αλαζόνα!
Η επιβίωση του ελληνισμού δεν θα έρθει αν δεν μελετήσουμε και δεν θελήσουμε να μας γνωρίσουμε αληθινά, γιατί πλέον δεν αρκεί να αγαπάμε τη χώρα μας, αλλά πρέπει και να την ξαναανακαλύψουμε!
Μας λείπει η πίστη, η έρευνα και η παιδεία, και όχι μόνο στα σχολεία μας, μα το αληθινό ενδιαφέρον όλων μας, σε μια γενικότερη μόρφωση που έχει να κάνει με τον πολιτισμό μας, τις παραδόσεις μας, την ιστορία μας και πάνω από όλα την Ορθοδοξία. Χρειαζόμαστε πολύ δουλειά αν θέλουμε να δούμε το έθνος μας να λάμψει και πάλι στην υφήλιο!





                             
                      



Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Γνώθι σαυτόν

Η στιγμή, που τώρα ζω, είναι η μόνη στιγμή που έχω την τύχη να γνωρίζω! Και μη σας φαίνεται ξεπερασμένο και χιλιοειπωμένο. Διότι κάθε φορά συνειδητοποιώ, πως ενώ το ξέρω, συνήθως δεν ζω έτσι.
Σκέψου, πως νοιώθει ένας κουφός… ξέρει πως δεν ακούει και έτσι μαθαίνει να ζει.
Σκέψου, πως ζει ένας τυφλός…  ξέρει πως θα περπατά και θα ζει στο σκοτάδι.
Κι ένας, που, και ακούει και βλέπει; Πώς ζει; Θεωρεί «αδιαμφισβήτητη» την εικόνα του ανθρώπου που είναι αρτιμελής...
«Ζω» κλεισμένη σε ένα φανταστικό κόσμο, σκέφτομαι, μόνο σκέφτομαι, αλλά όχι με εποικοδομητικό τρόπο μα αναμασώντας με φανταχτερό τρόπο, όπως η «γριά που με τα λόγια χτίζει ανώγεια και κατώγεια» δίχως να βλέπω αυτό που είναι μπροστά μου. Ακούω, αλλά όχι ό,τι συμβαίνει, μα ό,τι μπορέσει να εισχωρήσει στον κόσμο μου, κι αντιδρώ, συνήθως άσχημα, σε ότι μου χαλάει την ζαχαρένια μου.
Και όλα αυτά θα ήταν καλά, αν τουλάχιστον, χαιρόμουν… μα δυστυχώς όχι μόνο δεν χαίρομαι, μα,  απουσιάζω κι από την ζωή μου. Και η μόνιμη αναφορά μου είμαι εγώ και οι επιθυμίες μου, εγώ και οι ανάγκες μου, εγώ κι όλα αυτά που πιστεύω πως αξίζω, λες και με γνωρίζω τόσο καλά, λες και ξέρω ποια είμαι πραγματικά.
Η αρχή της επίγνωσης του εαυτού μου ξεκινά από την αίσθηση πως δεν με ξέρω και πως έχω αναγνωρίσει ότι  δεν δύναμαι  να προσθέσω ούτε μια τρίχα στο κεφάλι μου, κι ότι είμαι απελπιστικά μόνη σε ένα βασίλειο με μοναδικό υπήκοο εμένα, ένα άτομο που δεν το γνωρίζω και πολύ καλά…
Και τότε θυμάμαι το τραγουδάκι που λέει: «…Και τι ζητάω...τι ζητάω; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να πάω!...»
Όλοι μας ποθούμε, συνεχώς, τον παράδεισο! Και η πιο οικεία εικόνα μας γι αυτό, μοιάζει, ίσως όχι για όλους, να είναι η παιδική ηλικία.
Σαν παιδιά ζούμε στιγμές γεμάτες, ολοκληρωμένες, σε ένα αιώνιο παρόν, δημιουργικό, με εμπιστοσύνη στους θεούς μας, που είναι οι γονείς μας, και σιγουριά για όλες τις μικρές αλήθειες που ανακαλύπτουμε.
Μπαίνουμε στην εφηβεία κι αρχίζει το γκρέμισμα των σταθερών, η αβεβαιότητα για την αλήθεια, η απόρριψη των γονιών μας και η δημιουργικότητά μας γίνεται σπασμωδική, κυκλοθυμική. Ένα απαραίτητο στάδιο για την ενηλικίωση μας είναι η νέα επανατοποθέτηση μας στον κόσμο. Γίνονται και οι σχέσεις μας πιο περίπλοκες και βήμα-βήμα χάνουμε το δικό μας πρόσωπο, τις δικές μας ανάγκες, τις δικές μας επιθυμίες.
Όμως όλο αυτό θα μπορούσε να γίνει ένα συναρπαστικό ταξίδι.
Η ψυχή μας συνεχώς αποζητά με μανία την χαρά, την ολοκλήρωση.  Κάποτε αυτό που κάνω, είναι να πέσω με τα μούτρα στην δουλειά, στην οικογένεια, στην καθημερινότητα για να μπορέσω να «σπρώξω τη ζωή». Υπάρχουν και αυτοί που δεν αντέχουν το γκρέμισμα των ονείρων τους και των ιδεών τους και ή γίνονται περιθώριο ή παραμένουν αιώνια έφηβοι απωθώντας κάθε δυσκολία ή προβληματισμό.
Πώς μπορούμε να βρούμε τον δρόμο της επιστροφής; Πώς γίνεται να ανακαλύψουμε τον απλό εκείνο τρόπο που έχουν τα παιδιά;
Μας λείπει η χαρά, η εμπιστοσύνη, η δημιουργικότητα. Η αλήθεια, από πραγματικότητα, γίνεται αμφιβολία. Κι ο τρόπος για να ελευθερωθούμε είναι να βρούμε την αλήθεια του εαυτού μας.
Δύσκολο κι ίσως κι ακατόρθωτο. Πονάει, μιας και γκρεμίζονται όλες οι εικόνες που θέλησα να πιστέψω, επώδυνο γιατί πολλά από αυτά που ανακαλύπτω μπορεί να μην είναι ωραία. Γι αυτό και το τολμούν συνήθως άνθρωποι που έχουν συνειδητοποιήσει πως δεν μπορούν να ζουν άλλο με τα ψίχουλα της ζωής και αποζητούν με μανία τα πραγματικά σπουδαία της, ποθούν να ζήσουν, από εδώ, στην γη της επαγγελίας. Νοιώθουν μικροί και αδύναμοι, καταλαβαίνουν πως δε θα καταφέρουν να φτάσουν μόνοι τους, μα, πρέπει να στραφούν με εμπιστοσύνη σε αυτόν που τους έδωσε το δώρο της ζωής. Η γνώση αυτή, αν αγγίξει την ταπείνωση, τότε, ίσως με προλάβει στα μισά του δρόμου ο Πατέρας, για να με προϋπαντήσει, εμένα τον άσωτο και να με ντύσει με την πορφύρα, να μου φορέσει το δαχτυλίδι χαρίζοντας μου έτσι τον νέο παράδεισο πληρώνοντας το τεράστιο κενό της έλλειψης Του.
Άλλωστε όπως λέει κι άγιος Νεκτάριος στο βιβλίο του «Το Γνώθι σαυτόν»: Η ελευθερία του ανθρώπου δεν περιορίζεται όταν υποτάσσεται στον νόμο του Θεού, διότι αυτός, ως θείος νόμος, είναι άπειρος, το δε άπειρο όχι μόνο δεν περιορίζει την ελευθερία που παραδίνεται σε αυτό, αλλά την επεκτείνει στο άπειρο και τη μεγεθύνει από τη στιγμή που το ακολουθεί.




Δευτέρα 18 Ιουνίου 2012

Εν Μακεδονία στιγμές του μεγάλου αγώνα

Ο κ. Δημήτρης Κυριαζής, διευθυντής του γυμνασίου Αρέθουσας, μέσα από την αγωνία του για το πως πορευόμαστε ως έθνος και το, σημαντικότερο, τι δίνουμε στις νέες γενιές σαν εφόδιο για να ξεκινήσουν την ζωή τους, του γεννήθηκε μια ιδέα που έγινε κείμενο. Αυτό, έδωσε την δυνατότητα στον χοροδιδάσκαλο, του πολιτιστικού συλλόγου Καλοχωρίου Θεσσαλονίκης, να το ανεβάσει ως ένα μουσικοχορευτικό έργο, κι έτσι να ψηλαφίσουμε τους ανθρώπους εκείνους, που αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση του σκλαβωμένου ελληνισμού.
Το θεατρικό αρχίζει με τον, φανταστικό, φωτογράφο που σκέπτεται να ταξιδέψει στην σκλαβωμένη, ακόμη, πατρίδα. Σε μια εποχή, που η  Οθωμανική  Αυτοκρατορία, αδύναμη πλέον και διεφθαρμένη, κλονιζόταν από τεράστια εσωτερικά προβλήματα που μεγάλωσαν μετά την ήττα της από την Ρωσία. Έτσι το χαϊδεμένο παιδί των Ρώσων, η Βουλγαρία, ξεκινά τα επεκτατικά της σχέδια και αιμοδιψείς Βούλγαροι αρχίζουν να θερίζουν κεφάλια γκιαούρηδων στους μακεδονικούς κάμπους.
 Αφημένοι στην τύχη τους και από την ηγεσία της πατρίδας, που η πρωτοσύστατη ελεύθερη κυβέρνηση δίσταζε να πάρει αποφάσεις, οι Μακεδόνες αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν μόνοι τους τις απάνθρωπες συνθήκες που ζούσαν. Σε αυτόν τον αγώνα εκατοντάδες οι ανώνυμοι και επώνυμοι υποστηρικτές της...
Είναι, πράγματι, πολύ συγκινητική η περιγραφή, από αληθινά γεγονότα, μιας κι έτσι, μας δίνεται η δυνατότητα, να ταξιδέψουμε στην ζωντανή παράδοση της εποχής. Χορός και τραγούδι δεν έλειπαν από την δύσκολη ζωή των Ελλήνων μιας κι ήταν τρόπος έκφρασης αλλά και μετάδοσης ιστοριών και θρύλων των μεγάλων γεγονότων της καθημερινότητάς τους. Οι χοροί μοιάζουν σαν μια πορεία που αφηγείται τραγουδιστά, προχωρώντας ήσυχα, μα περήφανα και με σίγουρο τρόπο προς τα εμπρός, σαν ένα δυνατό ποτάμι που κινείται με την συνοδεία από το νταούλι και το ζουρνά. Ένας αέρας ελευθερίας νοιώθεις να ξυπνά μέσα σου για την δύναμη που μπορεί να έχει, μόνο ο γνήσιος Έλληνας, κόντρα στις αντίξοες συνθήκες.
Και η αφήγηση ξεκινά:
"Ονομάζομαι Καρατζόπετρας Δημήτρης, ετών 34, μόνιμος κάτοικος Αθηνών, φωτογράφος στο επάγγελμα ή λειτούργημα ,όπως θέλετε πέστε το...
Μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες του 1896, η ζωή για έναν φωτογράφο στην Αθήνα ήταν ανιαρή, από κει που φωτογράφιζα μεγάλα γεγονότα, είχα βαρεθεί να φωτογραφίζω κυρίες με καπέλα και μεταξωτά φορέματα!!!
Στα τέλη του 1904 αποφάσισα ν’ ανέβω στη Μακεδονία, γιατί με όλα αυτά που ακούγονταν, θεώρησα ότι οι εικόνες που πλάθουμε με την φαντασία μας, θα πρέπει να πάρουν μορφή στο γλασέ χαρτί..."(1)




(1)Θέλω να ευχαριστήσω τον Ζήση Κ. για την πολύτιμη βοήθεια του ώστε να ανεβάσω μόνο αυτό το απόσπασμα από ολόκληρο το θεατρικό έργο που κυκλοφορεί στο youtube και είναι:  




Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Βάστα γερά άνθρωπέ μου!

Βάστα γερά, όταν προσπαθούν να σε πείσουν τα ΜΜΕ για το κακό που κυριαρχεί στον κόσμο. Άλλωστε το ξέρεις ήδη, πως το καλό βασιλεύει πάντα μόνο για αυτούς που το αναζητούν.
Βάστα γερά, όταν θέλουν οι πολιτικοί να πιστέψεις λόγια πλάνα κι απατηλά, όταν προσπαθούν να σε πείσουν ότι κουβαλούν την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής. Γνωρίζεις πως Ελπίδα σημαίνει Πίστη για πράγματα που δεν βλέπουμε με τον συνηθισμένο τρόπο, μα είναι για αυτά που μας υπερβαίνουν, και που κανείς δεν είναι άξιος να δει παρά μόνο αυτός που το ποθεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Βάστα γερά, απέναντι σε όποιον μουρμουρίζει και βρίζει για την οικονομική κρίση που έχουμε υποστεί. Εσύ ξέρεις καλύτερα από τον καθένα, πως κατάντια δεν είναι να μην έχεις να φας, αλλά να μην έχεις Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη.
Βάστα γερά ανθρωπέ μου και θέλω να σου θυμήσω πως είμαστε αρκετοί και πως δεν είσαι μόνος σε αυτόν τον παραλογισμό που βασιλεύει σε τούτον τον κόσμο. Μην τα παρατήσεις, μην  αφεθείς να σε παρασύρουν οι Σειρήνες, γιατί τότε θα νοιώσεις πραγματικά τον χαμό και το σκοτάδι. Γιατί εκεί που αγαπάς να είσαι, εκεί είσαι αληθινά και πιο μεγάλη χαρά από την Χαρά του Κυρίου δεν θα βρεις πουθενά! Μείνε εκεί λοιπόν, με την σκέψη σου, με την καρδιά σου, με την ανάσα σου. Μείνε εκεί και βάστα γερά ώσπου να περάσει η μπόρα. Τί άλλο καλύτερο έχεις από το να περάσεις όμορφα κι ευλογημένα την καθημερινότητά σου; Τί άλλο θα μπορούσες να ευχηθείς για την ζωή σου; Τί καλύτερο κι ωραιότερο από την ελευθερία και την ελαφρότητα που δίνει στην ψυχή σου η ειρήνη και που σου δίνει χώρο να παραμείνεις μακριά από τη σύγχιση και την φασαρία του κόσμου τούτου; Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αγοράσει ή να μας το πάρει αν εμείς δεν το αφήσουμε! Γι αυτό μείνε στο καράβι της Αγάπης Του και βάστα γερά άνθρωπε μου μη σε παρασύρουν οι τυχόν σωτήρες στη Σκύλλα και στη Χάρυβδη της επιβίωσης...