Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

Φύλακας του αδελφού μου

Μόλις διάβασα το βιβλίο του Γιώργου Μπάρλα "Φύλακας του αδελφού μου" και ένοιωσα την ευχάριστη έκπληξη να έχω στα χέρια μου μια πρωτότυπη αλλά και ουσιαστική πρόταση ζωής. Η εκκλησία αποδεικνύει για άλλη μια φορά πως δεν έχει απλώς μια πλούσια παράδοση μα είναι και το καταφύγιο της γόνιμης σκέψης, της προόδου και του αληθινού νοήματος ζωής.

  Και όπως αναφέρει και στο οπισθόφυλλο του  βιβλίου του "Ο μόνος δρόμος που οδηγεί στην ευτυχία τον άνθρωπο, ευτυχία όχι απαλλαγμένη από κόπους και θυσίες, είναι ο χριστιανισμός και οι ευαγγελικές εντολές. Η ευτυχία αυτή δεν είναι μόνο υπόσχεση που θα πραγματωθεί σε μία μετά θάνατον ζωή, αλλά βρίσκεται ήδη εδώ."
Και αμέσως μετά είπα να ρίξω μια ματιά στις εφημερίδες, στο διαδίκτυο. Μόλις είχε μιλήσει ο αρχιεπίσκοπος στη Φλώρινα και η ανάρτησή του στις εφημερίδες συνοδευόταν από σχόλια, όπου αυτό ήταν εφικτό,  συνήθως απεχθή, χυδαία και υβριστικά.
Κανένα σχόλιο δεν απαντούσε στο λόγο του παρά μόνο υπήρχε το βασικό αίτημα για την μισθοδοσία και το χωρισμό κράτους- εκκλησίας και θα προσπαθούσα να το καταλάβω, αν και δεν  υπήρχε λόγος να αναφερθούν την συγκεκριμένη στιγμή σε αυτό το θέμα,  αν δεν υπήρχε τόσο μένος, τόσο πάθος, τόση επιθετικότητα.
Εφόσον έχουμε οικονομική κρίση και για αυτό λες πως πολεμάς τα οικονομικά των ιερέων όμως γιατί μιλάς μόνο για αυτά με πάθος όταν όλοι οι ιερείς μαζί παίρνουν τόσα χρήματα όσα παίρνει μόνος του ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, που κατά γενική ομολογία είναι διακοσμητική η παρουσία του.
Όταν οι μισοί βουλευτές είναι μάλλον περιττοί αλλά με πολύ υψηλούς μισθούς.
Όταν το προσωπικό της Βουλής είναι τετραπλάσιο των βουλευτών μας με τους πολύ γνωστούς τρόπους πρόσληψης και με σκανδαλιστικούς μισθούς και διάφορες παροχές που η πλειοψηφία των συμπολιτών μας ούτε στον ύπνο τους δεν έχουν δει!
Γιατί τόσο μένος λοιπόν; Πού οφείλεται αυτή η οργή; Γιατί για το πάπλωμα δεν γίνεται λόγος στα σίγουρα κι ας προτάσσουν με περισσή αυθάδεια επιχειρήματα. Σοβαροφανείς, ημιμαθείς, ιστορικά ντοκουμέντα χωρίς ίχνος αντικειμενικότητας!
Διαβάζοντας ιστορία έμαθα για την εξαρχική εκκλησία των Βουλγάρων που ιδρύθηκε στα 1870 με απώτερο στόχο την εισχώρησή τους στην Μακεδονία ώστε αλλοιώνοντας τον ορθόδοξο πληθυσμό της να εισβάλλουν ευκολότερα και να γίνουν κυρίαρχοί της.
Σήμερα δεν πιστεύω να υπάρχει κάποιο σχέδιο από την πλειοψηφία του λαού που αρνείται με τέτοιο μένος την εκκλησία κι αυτό είναι το πιο τραγικό στην υπόθεση. Δεν υπάρχει καμία προοπτική, κανένα σχέδιο. Θέλουν να γκρεμίσουν χωρίς να έχουν κανένα άλλο νόημα αληθινής ζωής να υποδείξουν. Μιλάνε για σκοταδισμό και δεν μπορούν να καταλάβουν το σκοτάδι που έχουν οι ίδιοι. Μιλάνε για ταλιμπάν και δεν καταλαβαίνουν πως τους μιμούνται τέλεια.
Άνοιξα και πάλι το βιβλίο που μόλις είχα τελειώσει και άρχισα να κοιτώ ξανά όλες τις απαντήσεις που δίνει στα παραπάνω, κι όχι μόνο, θέματα που αφορούν τον άνθρωπο, όχι μόνο τον πιστό, τον χριστιανό ορθόδοξο μα όλους και αναρωτήθηκα γιατί πουθενά σε όλα αυτά που λέγονται κατά της εκκλησίας δεν βρήκα τόσο σοφές και έξυπνες απαντήσεις; Γιατί οι άνθρωποι δεν ψάχνουν να βρουν τη σοφία, μόνο αρέσκονται να παπαγαλίζουν ό, τι να ΄ναι! Σίγουρα έχει την ευθύνη της και η εκκλησία, ο θεσμός της που κινήθηκε λάθος σε πολλές αποφάσεις και με μεγάλη ολιγωρία. Όμως η εκκλησία δεν προτάθηκε στην κοινωνία σαν αλάθητη ούτε σαν δυνάστης της, που είναι κι ο λόγος που εξορίστηκε από τα ευρωπαϊκά κράτη.
Εμείς αρνούμαστε και να φιλοσοφήσουμε, το λέω γιατί κάποιοι υποστηρίζουν πως είμαστε εθνικοί Έλληνες. Μα ούτε και κοπιάζουμε να διαβάσουμε αμερόληπτα και με σοβαρότητα. Κάπου στο βιβλίο του αναφέρει ο Γιώργος Μπάρλας. "Εμείς όμως και τον Θεό εγκαταλείψαμε και τούτη τη ζωή χαλάσαμε.
Σκοπός και στόχος του σημερινού πολίτη είναι το πώς θα καταναλώνει, ανθρώπους και αντικείμενα, ανενόχλητος, πώς θα ζει με μια ελευθεριότητα, έτσι ώστε να πιστεύει πως έχει πολλές επιλογές ώστε να μην νοιώθει κανένα πρόσκομμα στην καθημερινότητά του και σίγουρα τα έχει καταφέρει. Μόνο η εκκλησία τού θυμίζει ακόμη πως είναι πλασμένος για μεγαλύτερα, για τα καλύτερα και αντί να έρθει σε διάλογο μαζί της, αντιδρά σαν ενοχικός έφηβος χωρίς γνώση και συνείδηση.
  Πώς γίνεται ενώ έχει επιτύχει τον σκοπό του ο σημερινός πολίτης της χώρας μου, στο "ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε", "το σήμερα μετράει μόνο",   γιατί καθημερινά μεγαλώνει η δυστυχία, ο πόνος, η απόγνωση, γιατί καθημερινά οι άνθρωποι χάνουν το νόημα της ζωής και πηδούν με την πρωτόγνωρη, για τα ελληνικά δεδομένα, ευκολία από τα μπαλκόνια;
Γιατί όλη αυτή η αποδοχή της εξαθλίωσης που κυριαρχεί γύρω μας μα και μέσα μας,  βρίσκει τόσο μένος, τόσο πολύ πάθος για την εξόντωση της εκκλησίας; Κουβαλάμε σαν σε δούρειο ίππο τον πιο επικίνδυνο εχθρό μας και δεν καταλαβαίνουμε πως αυτό κληροδοτούμε και στα παιδιά μας. Όμως όπως μας υπενθυμίζει ο Γ. Μπάρλας "ουδέ των καθευδόντων και βλακευόντων εστίν η βασιλεία του Θεού, αλλά βιασταί αρπάζουσιν αυτήν" (Κλήμης Αλεξανδρείας). Γιατί σίγουρα η εκκλησία δεν κινδυνεύει όσο σε αυτήν διακονούν άνθρωποι που μετανοούν και κηρύττουν Χριστό. Αυτό που κινδυνεύει είναι ο ελληνισμός που μακριά από την εκκλησία δεν μπορεί να βρει λόγο ύπαρξης και γι' αυτό θα χαθεί όπως και τόσοι άλλοι σπουδαίοι πολιτισμοί.

Πηγή: Εκδόσεις Αρχονταρίκι http://www.stamoulis.gr/ViewShopProduct.aspx?ProductId=402321&FromSearch=1&SearchStr=

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

Η κυρά της Ρω

 Την ιστορία της την ζήσανε οι ελληνικές θάλασσες. Μια λεβέντισσα, η Δέσποινα Αχλαδιώτου, που με περίσσια       γενναιότητα παρέμεινε στο νησάκι, την Ρω, υψώνοντας καθημερινά την ελληνική σημαία ακόμη και σε καιρούς πολέμου.


Η συγγραφέας, Άννα Ιακώβου, στην αρχή του βιβλίου, μας ταξιδεύει στα νερά του Αιγαίου όπου μια γοργόνα, η αδελφή του μεγάλου Αλεξάνδρου, πέτρωνε τα καράβια όταν της έλεγαν πως ο Μέγας Αλέξανδρος έχει πεθάνει. Έτσι κι η Ρω, πριν γίνει νησί, ήταν ένα καράβι που από την αποκοτιά του καπετάνιου μπροστά στο αλλόκοτο θέαμα της γοργόνας έδωσε την λάθος απάντηση! Ένα ερώτημα που παραμένει καίριο ως σήμερα και περιμένει από μας την απάντηση, όχι για το αν ο Μέγας Αλέξανδρος ζει, μα αν θα μπορέσει να συνεχίσει να ζει και να βασιλεύει, γιατί αυτό θα είχε την δυνατότητα να συμβαίνει μόνο αν οι άξιοι απόγονοι του υπηρετούν και προσέχουν την παιδεία, τη γη μα πάνω από όλα την πίστη μας ως κόρη οφθαλμού.
Νοσταλγία για τους μύθους που δυστυχώς αρνηθήκαμε, μα και στερήσαμε από τα παιδιά μας. Νοσταλγία για την απλότητα της παιδείας που έχει ο μύθος για καθόλου εύκολες έννοιες όπως ελληνισμός και ορθοδοξία. Σήμερα που τίποτα δεν μας νοιάζει και αδιαφορούμε για τα ουσιώδη, αυτή η νοσταλγία μοιάζει με όαση. 
Έχουμε αποδεχτεί την ειρήνη σαν κάτι δεδομένο, την αγορά τροφίμων, την στέγη σαν κάτι σίγουρο, μιλάμε για τα δικαιώματά μας και νομίζουμε πως είναι το βασικότερο πρόβλημά μας.  Δεν έχουμε εκτιμήσει τις καθημερινές ευκολίες μας οι οποίες γίνονται δυσβάσταχτες, πέρα από κάθε λογική όταν η χώρα σου είναι σε εμπόλεμη κατάσταση. Δεν θέλουμε ούτε καν να φανταστούμε πως είναι να μην ελέγχεις τη τροφή σου, την γυναίκα σου, το παιδί σου, τον άντρα σου και εν τέλει την ίδια σου τη ζωή. Ακούμε για σφαγές και για διεκδικήσεις γης και πολέμους όπου χάνονται άνθρωποι για ένα καπρίτσιο και κάνουμε λες και δεν πρόκειται ποτέ να μας αγγίξει αυτού του είδους η δυστυχία. Ξεχνούμε πως η ειρήνη στη χώρα μας έχει λίγα χρόνια που υπάρχει. Ξεχνούμε πως οι ηλικίες των εβδομήντα ετών έχουν ζήσει πόλεμο και ίσως κάποιοι νεώτεροι αφουγκράστηκαν ή έζησαν τον φόβο του πολέμου με το Κυπριακό. Το να θεωρείς ότι η γη που ζεις είναι ελληνική δεν ήταν πάντα κάποιο σίγουρο κι αναφαίρετο δικαίωμα. Υπήρξαν εποχές που δεν στάθηκαν ούτε δυο γενιές στο ίδιο μέρος ειρηνικά αλλά ζούσαν σαν κυνηγημένοι και δεν είχαν να ακουμπήσουν το κεφάλι τους πουθενά.
Ξεχάσαμε τις θυσίες που έκαναν οι πρόγονοι μας για να ζούμε ελεύθεροι και ωραίοι.  Έχουμε υποτιμήσει τις θυσίες και τις προσπάθειες τους. Μνήμη ζωντανή για το έθνος μας, είναι η κυρά της Ρω, για να ξαναθυμηθούν οι παλαιότεροι και να διδαχτούν οι νεώτεροι μπας και καταφέρουμε να αποφύγουμε το πέτρωμα στην συνάντηση μας με την Ιστορία... 

Πηγή Εκδόσεις Άθως: http://www.e-shop.gr/show_bks.phtml?id=BKS.0345137

 


Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

Να αγαπάς!

Να αγαπάς για να είναι εύκολη η ζωή σου
Να αγαπάς για να αναγεννιέσαι μέσα στην καθημερινότητα
Να αγαπάς για να μπορείς να χαίρεσαι πραγματικά
Να αγαπάς για να υπερβαίνεις όλες σου τις δυσκολίες
Να αγαπάς γιατί μόνο έτσι μπορείς να ζεις αληθινά
Να αγαπάς για να μη φοβάσαι
Να αγαπάς για να μπορείς να είσαι γενναίος
Να αγαπάς για να κοιτάς τον άλλο στα μάτια
Να αγαπάς για να μην έχεις σύμπλεγμα κατωτερότητας, μα ούτε και ανωτερότητας
Να αγαπάς για να είναι πιο εύκολη η περιχώρηση προς τους άλλους, ώστε να γνωρίσεις τον παράδεισο από εδώ
Να αγαπάς γιατί από αγάπη είσαι πλασμένος και μόνο έτσι η ψυχή σου γεμίζει
Να αγαπάς, γιατί, τότε, μπορείς να ταξιδεύεις στο στερέωμα του ουρανού 
Να αγαπάς για να είσαι ελεύθερος
Να αγαπάς για να ξεδιψάς και να χορταίνεις
Να αγαπάς για να μπορείς να βρίσκεις το αληθινό σου πρόσωπο και το αληθινό σου μέγεθος σε τούτο τον κόσμο
Να αγαπάς για να είσαι ζωντανός
Να αγαπάς, γιατί αγαπήθηκες πολύ και το περίσσευμα αγάπης που έχεις  ζητά ασφυκτικά να βγει
Να αγαπάς γιατί αυτό ποθούμε, να πάθουμε, όλοι απελπισμένα
Να αγαπάς κι όταν καταλάβεις πως δεν μπορείς, να στρέφεσαι προς τον Θεό κι
"...έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη, και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν..."
 Να αγαπάς χωρίς δικαιολογίες για το πόσο εσύ το στερήθηκες
Να αγαπάς γιατί χωρίς την αγάπη δεν δύνασαι να ζήσεις στον πλούτο που σε περιμένει
Να αγαπάς, γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ζεις ευχαριστιακά
Να αγαπάς και να υπομένεις την αδυναμία σου που δεν μπορείς να αγαπάς, γιατί το δώρο της αγάπης πρέπει να το ζητήσεις για να το λάβεις
Να αγαπάς την λαχτάρα σου για να αγαπάς
Να αγαπάς την απελπισία που βιώνεις μακριά από την αγάπη Του
Να αγαπάς τις δυσκολίες σου γιατί τότε θυμάσαι τον Θεό, μιας κι Εκείνος σε θυμάται και στις χαρές σου
Να αγαπάς αυτόν που σε αγαπά πάνω κι από τη ζωή Του, που για σένα Την θυσίασε, για να σου δείξει τον δρόμο της αληθινής αγάπης


Να Τον αγαπάς γιατί αλλιώς δεν μπορείς να αγαπάς

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

Συναπάντημα στη δύση

 Τόπος εξορίας είναι η κοινωνία που ζούμε σήμερα που όλο και πιο πολύ μοιάζει χαοτική, με ένα γενικό και αόριστο σύστημα αξιών. Τυφλοί κι άγευστοι προχωρούμε χωρίς να μπορούμε να ελπίσουμε, να πιστέψουμε, να αγαπήσουμε. Όλα είναι πιθανά και για όλα είμαστε σχεδόν έτοιμοι να τα δεχτούμε,  περήφανοι για το ελεύθερο πνεύμα που έχουμε.  
 Κρατάμε την σημαία του προοδευτικού και πάμε γραμμή για τον γκρεμό της ιστορίας του ανθρώπινου γένους. Έχουμε, τάχα, γνώση για όλα, με μιαν αδιάφορη αμορφωσιά που καταναλώνει ιδεολογίες εφήμερες. Το αλάτι που συντηρούσε τον ανθρωπισμό μας και τις αξίες μας έχει χάσει την ιδιότητά του κι έχει αρχίσει να τρώει τις σάρκες μας. Εύκολα βλέπει κανείς πως έχουμε καταφέρει να μείνουμε γυμνοί και απροστάτευτα θλιβεροί.  Ο ψευτοπροοδευτισμός μας είναι υλικός και μόνο. Μια ζωή χωρίς νόημα που την μεταφέρουμε και στα παιδιά μας.  
 Γκρεμίσαμε ό,τι καλό υπήρχε και μείναμε να κοιτάμε το χάος της έλλειψης αξιών. Κάνουμε ό,τι μας αρέσει και δεν καταλαβαίνουμε πως χωρίς παιδεία κανείς δεν μπορεί να δει τα όρια της ελευθερίας του. Χωρίς την πίστη δεν θα μπορέσουμε να βρούμε την δύναμη να δούμε τον λόγο για να έχουμε αξίες και δίχως την προσωπική μας υπερβατική προσπάθεια δεν θα καταφέρουμε απολύτως τίποτα.
 Η ανάγκη για πρότυπα γίνεται όλο και πιο επιτακτική. Πού να στραφεί ο άνθρωπος σήμερα, σε ποιον να πιστέψει, με ποιον να συνταιριάξει το βήμα του για να περπατήσει με βήμα σταθερό; Φτιάξαμε υλικούς θεούς που όμως δεν μας νοιώθουν, δεν μας αγγίζουν, δεν μας ολοκληρώνουν. Το κενό της ψυχής μας μεγαλώνει και μας πνίγει.
  Η μοναξιά μας τσαλακώνει την ψυχή κι αναζητάμε κάποιον που πραγματικά μπορώ να γνωρίσω.
«Το να "γνωρίζω" κάποιον στη γλώσσα του κόσμου σημαίνει να κατέχω πληροφορίες για το πρόσωπό του, το να "γνωρίζω" κάποιον όμως στη γλώσσα της Εκκλησίας σημαίνει να μετέχω στην ύπαρξη του» γράφει ο π. Βασίλειος Χριστοδούλου στο βιβλίο του «Συναπάντημα στη δύση».


 Μια γνωριμία με ένα ιερέα, που πλησίαζε στη δύση της ζωής, έδειξε στον π. Βασίλειο την «ομορφιά του να είμαι» που  «αποποιούνταν την ψευδαίσθηση του έχω».
 Αυτό το "είμαι" που μοιάζει να είναι το ελάχιστο και που υποτιμάται από την τυφλότητα που φέρνει η χρηματική ευμάρεια στον άνθρωπο χωρίς παιδεία. Εκεί ακριβώς είναι ο πλούτος της ζωής μας, εκεί πληρούται η παρουσία μας σε τούτη την πλάση. Όλη μας η ζωή είναι ένα κυνήγι πραγμάτων, μια χίμαιρα που δεν ικανοποιείται με τίποτα. Μια εναγώνια προσπάθεια να απομακρυνθώ από εκεί που όλη μου η ζωή αποκτά νόημα. Εκεί που είναι όλη η νοστιμάδα, όλη η ομορφιά. Θα μείνουμε με άδεια την αγκαλιά μας, με φρούδες ελπίδες και ένα μεγάλο παράπονο πως ό,τι κι αν κάναμε δεν καταφέραμε να χαρούμε πραγματικά. Θα περάσουμε από αυτό τον κόσμο και δε θα αφήσουμε το δικό μας σημάδι, δε θα μπορέσουμε να βάλουμε ούτε ένα πετραδάκι στον δρόμο του γυρισμού προς το αρχέγονο κάλος. Ήρθαμε κι απήλθαμε προσπερνώντας τη ζωή ενώ ζούσαμε.
 Ένας ύμνος στην απλότητα και την αγάπη του γέροντα  ιερέα Κωνσταντίνου Σκόνδρα που σε προσκαλεί: "ελάτε και εσείς να βουτήξετε την καθημερινότητά σας σ' έναν άλλο τρόπο ζωής. Όχι να σταματήσετε τις εργασίες σας, τις δουλειές του σπιτιού, τα παιχνίδια και τη διασκέδαση, απλώς και μόνο να τα μπολιάσετε όλα μέσα στην παρουσία και το πρόσωπο του Θεού."

Πηγή εκδόσεις Άθως: http://www.stamoulis.gr/Π-ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ-ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ_au-764386.aspx

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Ας ξυπνήσουμε λοιπόν!

Η Ελλάδα κατηφορίζει. Και εμείς σκύβουμε το κεφάλι όλο και πιο πολύ, λες και θέλουμε να δούμε τον πάτο που μας περιμένει. Ευχόμαστε να σταματήσουν όλα εδώ και να δούμε το φρενάρισμα στο ανεξέλεγκτο τρένο, που τρέχει  με ιλιγγιώδη ταχύτητα, με εμάς, επιβάτες του Μουδιασμένοι κοιτούμε το αναπόφευκτο τέλος, την καταστροφή που έρχεται ενώ περιμένουμε έναν ήρωα που θα μπορέσει να σταματήσει το τρένο.
Μα, επιτέλους, γιατί το ζούμε σαν εφιάλτη σε ώρα ύπνου; Γιατί κάνουμε λες και βλέπουμε σε όνειρο πως μας κυνηγάνε μάγισσες και κακά στοιχειά και που το χειρότερο σημείο, είναι εκεί, που συνειδητοποιείς, πως δεν μπορείς να αντιδράσεις; Και, όμως, η ψυχή μας σαν ένας μικρός ήλιος, που ζει στο βάθος ενός ξεροπόταμου, ψάχνει ακόμη το Φως.


 Είμαστε ξύπνιοι και όμως παρόλα αυτά δεν αντιδρούμε! Γιατί άραγε δεν ψάχνουμε με αγωνία τη λύση; Τόσο πολύ είμαστε υπνωτισμένοι και καλοβολεμένοι στην παχιά μας ευδαιμονία και προπαντός στην συνήθεια; Άραγε δεν μας έχει ταρακουνήσει τόσο, ώστε να δούμε πού φταίξαμε, πού κάναμε λάθος;
 Μας χρειάζεται, κατεπειγόντως, να κάνουμε νέα αρχή, να προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμε τις αλλαγές, όσο επώδυνες κι αν είναι. Γιατί είναι ανόητο να κοιτάμε τον ερχομό της καταστροφής και να περιμένουμε από τους άλλους να αλλάξουν τη ζωή τη δική μας!
 Ας ξυπνήσουμε λοιπόν! Ας συγκροτηθούμε σε μικρές ομάδες ή ας ψάξουμε αυτές που ήδη υπάρχουν. Ας τις βρούμε κι ας συμμετέχουμε με τον δικό μας τρόπο στο χτίσιμο αυτής της χώρας, με όραμα κι όχι με τυφλότητα συναισθηματική, που μόνο αντανακλαστικά κινείται και, εν τέλει, μόνο καταστροφές φέρνει!
Υπάρχουν υγιείς ομάδες, που, είτε, περιποιούνται τοποθεσίες της Αττικής κι όχι μόνο, εκκλησιαστικές κοινότητες που ζυμώνεται ένας υγιής τρόπος σκέψης, παρέες που με αγωνία, για το σήμερα και το αύριο της χώρας μας, κάνουν γόνιμες συζητήσεις.  Και όποιος θέλει μπορεί να δημιουργήσει ο ίδιος τον χώρο ή τον τρόπο που θα βρει λόγο ύπαρξης ή καλύτερα συνύπαρξης. Για να μπορέσει να βγει ο ίδιος από το αδιέξοδο και έτσι να δράσει κι όχι να αντιδρά σαν έφηβος.
 Κανείς πολιτισμός δεν επιβίωσε περιμένοντας την πίτα που θα του πέσει έτοιμη στο κεφάλι, ή, ακόμη χειρότερα, να προσπαθήσει να ξεμπερδέψει με τα προβλήματά του χρησιμοποιώντας βία προς τον συνάνθρωπο. Όσες φορές κι αν υπήρξε τέτοια προσμονή ή βία, η καταστροφή ήταν αναπόφευκτη. Ο καθένας από εμάς είναι μέρος του  έθνους, ο καθένας από εμάς είναι μέρος ενός συνόλου που αν δεν απλώσει τα χέρια του για να κρατήσει τους άλλους τότε δημιουργεί το κενό αυτό που θα μπει η καταστροφή. Όσο περισσότεροι το καταλάβουμε τόσο πιο εύκολη θα είναι η ζωή μας, τόσο πιο εύκολα θα σηκώσουμε και τους πραγματικά αδύναμους. Το σπίτι μας καίγεται και εμείς καθόμαστε στον καναπέ μας ακούγοντας στην τηλεόραση τους αναλυτές για το πόσο έχουν πάρει φωτιά τα μπατζάκια μας και για το τι θα κάνουν οι άλλες χώρες σε μια επικείμενη καταστροφή, νιώθοντας έτσι λιγότερη, ίσως, μοναξιά, ενώ άλλες φορές χαζοπερνάμε βλέποντας χαμηλής ποιότητας σειρές.
 Μα, στην φωτιά, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να πάρουμε έναν κουβά, μια κουβέρτα και να τρέξουμε στη βρύση για να μπορέσουμε να την σβήσουμε!
 Είμαστε ένα έθνος  με  τεράστια ιστορία  που έχει  αμέτρητους ήρωες και αγίους κι αντί να τους μαθαίνουμε, να τους θυμόμαστε  και να τους ευγνωμονούμε ζώντας ως μιμητές τους, εμείς αδιαφορούμε. Ζούμε σε έναν παράδεισο με απέραντο φυσικό πλούτο, όπου θα μπορούσε να υποδέχεται με αρχοντιά τους επισκέπτες της  στις ομορφιές της, που είναι κάτι παραπάνω από μαγευτικές, να εξυπηρετούμε ο ένας τον άλλο σαν αδερφός, σα φίλος καρδιακός, σε όποιο πόστο κι αν βρισκόμαστε, για να ζούμε ευλογημένα όλοι μας. Ελάχιστα χρειάζονται για να συνέλθουμε, μα αυτό που απαιτείται είναι σκληρή προσωπική  δουλειά, να σηκώσουμε τα μανίκια και να στρωθούμε, απέχοντας από τις κενές κουβέντες και τις ασχήμιες, μακριά από τον κάθε χειραγωγό κι εξυπνάκια,  αναλαμβάνοντας την ευθύνη του εαυτού  μας ώστε να θεραπεύσουμε την έλλειψη υπευθυνότητας που μας διακρίνει όλο και πιο πολύ.