Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Μήπως...;

Μας τον παρέδωσε φτιαγμένον καλόν λίαν, να τον χρησιμοποιήσουμε, να τον ζήσουμε, να τον κυριεύσουμε, να τον γευτούμε και να τον απολαύσουμε. Κι αν μπορούμε κι όσο μπορούμε, να πιούμε την ομορφιά του μέχρι την τελευταία σταγόνα και να διψάσουμε από ευτυχία και ευγνωμοσύνη για περισσότερα και μεγαλύτερα.
Και εμείς, μόλις μπορέσαμε τον καταστρέψαμε· ερημώσαμε τους κήπους (από όπου τρώμε), ξεχερσώσαμε τα δάση (που αναπνέουμε), μολύναμε τα νερά (που πίνουμε) και κάναμε τον κόσμο που μας δόθηκε να ζήσουμε έναν απέραντο σκουπιδότοπο, τόσο απέραντο, που σκοτώνουν πια τα σκουπίδια μας τις άλλες μορφές ζωής σιγά σιγά, όσες δεν σκοτώνουμε οι ίδιοι με άλλα μέσα.




Δείτε αυτό το μικρό φιλμάκι
τραβηγμένο στο Midway, 2.000 μίλια μακριά από την κοντινότερη ήπειρο, και θυμηθείτε πως δεν δείχνει κάτι πολύ σπάνιο: στον Ειρηνικό, παρασυρμένα σε μεγάλες συγκεντρώσεις από τα θαλάσσια ρεύματα, υπάρχουν εκατοντάδες τετραγωνικά μίλια από επιπλέοντα σκουπίδια που σχηματίζουν τεράστιες, απροσπέλαστες νεκρές περιοχές, επικίνδυνες για ζώα και σκάφη, βιολογικές ερήμους που κάθε χρόνο μεγαλώνουν. Λέτε πριν από οτιδήποτε άλλο, να μας προλάβουν τα σκουπίδια μας;

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2012

Το μόνο σκεπτόμενο ον!

Σηκώθηκε αέρας, λες και ανάσανε από ανυποψίαστα βάθη ο ουρανός κι η γη μαζί. Η ψηλή λεύκα αφηνόταν ολότελα σε αυτή την πνοή και τα πλούσια φυλλώματά της άρχισαν να παιχνιδίζουν και να γελούν, να τραγουδούν και να μιλούν. Μα τι τρέλα κι αυτή, λες και πάλευε να την ξεριζώσει κι αυτή, να μη σταματά να γελά με την ψυχή της! Ένας ολάκερος κόσμος από πουλιά, γρύλους, τζιτζίκια, μυρμήγκια, πεταλούδες κι ότι βάνει ο νους σου ήταν πάνω σε αυτό το δέντρο! 

 
Έμπαινε το φθινόπωρο και οι προετοιμασίες για τον ερχομό του, ένα μικρό πανηγύρι.
Και όλα αυτά μπροστά στα μάτια εκατοντάδων ανθρώπων σε ένα κεντρικό δρόμο των Αθηνών. Πολλοί περνούσαν από κάτω μα κανείς δεν πρόσεχε. Βιαστικοί έτρεχαν να προλάβουν ο καθένας κι από κάτι. Σοβαροί και αμίλητοι με μιαν υποψία φόβου στα μάτια τους. Άλλοι σε μικρά πηγαδάκια, που σιγά σιγά μεγάλωναν, κουβέντιαζαν έντονα.
 Τι κι αν τους σφύριζαν γλυκά κι απαλά δεκάδες μικροοργανισμοί, τι και αν τα φύλλα χόρευαν δελεαστικά, τι κι αν τα πουλιά τραγουδούσαν δυνατά, τίποτα δεν τους αποσπούσε από τα σοβαρά τους προβλήματα και το προσπερνούσαν σαν να μην υπήρχε εκεί αυτό το δέντρο, σαν να μη γινόταν το τρικούβερτο γλέντι λίγο πιο πάνω από τα κεφάλια τους!
Που και που στεναχωριόταν η λεύκα και οι μικροί της φίλοι που δεν μπορούσαν να μοιραστούν την χαρά τους και λυπόντουσαν για τα στενάχωρα πρόσωπα που είχαν οι άνθρωποι γιατί ήταν τα μόνα ζωντανά πλάσματα στη φύση που δεν χαιρόντουσαν, που δεν ζούσαν την τόσο συναρπαστική ημέρα τους, μοναδική στα σίγουρα! Και μετά σου λένε ότι είναι το μόνο σκεπτόμενο ον στη φύση!
Φυσικά το γεγονός αυτό δεν τους έκανε να σταματήσουν τις τρυφερές κινήσεις και το τραγούδι που έλεγαν τα φύλλα, τα πουλιά, οι γρύλοι και κάθε είδος που υπήρχε στον δικό τους, μικρό, κόσμο.
Ο βαθύς ουρανός με το απέραντό του μπλε να αγκαλιάζει την πλάση και τον ήλιο να ανοίγει ξέφωτα σε κατεβασιές  για τις κόρες του. Οι ηλιαχτίδες, χορεύοντας, διασχίζουν το ουράνιο στερέωμα με κάποιες από αυτές να γλιστρούν απαλά στα φυλλώματα.
Κόσμος πολύς είχε αρχίσει να μαζεύεται στη ρίζα του δέντρου και να συζητάει. Κάποιοι με πάθος έλεγαν κάτι, κάποιοι άλλοι σχεδόν φώναζαν και όλοι μαζί μιλούσαν φοβερά εκνευρισμένοι.
Μα τι συμβαίνει; Ρώτησε μια ηλιαχτίδα το δέντρο.
- Οι άνθρωποι νοιώθουν αδικημένοι και είναι στεναχωρημένοι, απάντησε η λεύκα.
- Τι; Γίνεται πόλεμος;
Όχι, πώς σου ήρθε αυτό;
-  Υπάρχει κάποια άσχημη επιδημία στην περιοχή;
-  Μα τι κάθεσαι και μου λες; Είσαι με τα καλά σου;
-  Μα τότε γιατί μιλάς για αδικία και στεναχώρια,  δεν καταλαβαίνω…
Μειώνουν τις συντάξεις, κόβουν τα εφάπαξ, κατεβάζουν τους μισθούς, μειώνουν τα επιδόματα, ανοίγουν κλειστά επαγγέλματα και ένα σωρό άλλα!
Και γιατί συμβαίνουν όλα αυτά, πως και κόβουν και μειώνουν και ανοίγουν;
Δεν υπάρχουν λένε χρήματα και επειδή έχουμε αρχίσει να δανειζόμαστε από την ΕΟΚ, αυτοί έρχονται κάθε τρεις και λίγο και κάνουν έλεγχο στα οικονομικά μας και στο πόσο σωστά διαχειριζόμαστε τα δανεικά που μας έδωσαν, για να δουν αν θα μας ξαναδώσουν, επειδή τους ζητάμε κι άλλα.
-  Δεν έχω καταλάβει καλά! Μου λες πως δεν έχουν χρήματα και για αυτό κάνουν μειώσεις, τότε γιατί βγαίνουν στους δρόμους;
- Μα… δεν ξέρω! Λένε πως έχουν αδικηθεί, γιατί αυτοί συνετά φέρθηκαν μέσα στα χρόνια, όμως κάποιοι έφαγαν τα χρήματα και για αυτό αυτοί δεν έχουν τώρα!
-  Και δεν έβλεπαν πως τόσα χρόνια κάποιοι έτρωγαν τα χρήματα, ποιοι ήταν αυτοί οι άλλοι και πώς τα έτρωγαν χωρίς να τους καταλαβαίνει κανείς; Κάπου άκουσα "πως ο έρωτας και το χρήμα δεν κρύβονται"!
-  Ώχου με έσκασες! Δεν ξέρω να σου πω, μα την αλήθεια μου! Άσε με κι έχω τόσα πράγματα να κάνω για το φθινόπωρο που έρχεται. Τα φύλλα μου θα φύγουν για να μου δώσουν την δύναμη να αντέξω τον χειμώνα μα και για να μου δώσουν την απαραίτητη τροφή να γεννήσω νέα! Δεν έχω χρόνο να ασχοληθώ με των ανθρώπων τα δικαιώματα!
-  Να με συμπαθάς, μα έχω γυρίσει πολλά μέρη στη γη και θαρρώ πως τα "δικαιώματα" έγινε η νέα ασθένεια που θερίζει τον κόσμο! Ξεκίνησε σαν επιδημία και έχει γίνει πλέον ενδημία! Όλοι μιλάνε για δικαιώματα, μα κανείς για υποχρεώσεις, λες και δεν αναγνωρίζουν ότι υπάρχει η έννοια της υποχρέωσης! Όμως ξέρεις κάτι; Πάω να παίξω και να χορέψω, γιατί, μα τω Θεώ, βαρέθηκα τις κουβέντες για πράγματα ανόητα!
Κι έτσι συνεχίστηκε η ζωή στο δέντρο σαν να μην είχε καμία σχέση με τα καμώματα των ανθρώπων κι ας εξαρτιόταν η ζωή τους κι από αυτούς. Έτσι και οι άνθρωποι, που, μετά από λίγο άρχισαν να φωνάζουν και να βρίζουν, να τρέχουν και να πετούν πέτρες κι ό,τι άλλο έβρισκαν ξηλώνοντας αυτά, που παλαιότερα, κάποιοι άλλοι συνάνθρωποί τους τοποθέτησαν στον δρόμο. Βρώμισε η περιοχή, θόλωσε η ατμόσφαιρα και πνίγηκε η γη, για άλλη μια φορά, στον ωκεανό των δικαιωμάτων τους…










Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Η κουλοσύνη του Έλληνα

Διαβάζοντας το βιβλίο:  Όσοι ζωντανοί, του Ί. Δραγούμη, βλέπω, μέσα από τα ερευνητικά του μάτια, την Ελλάδα στις αρχές του 1900. Η χώρα μας βρίσκεται στην αρχή του κρατισμού και της ιδιοτέλειας, που μετά την σκλαβιά, βιάστηκε να πετάξει όλο το παρελθόν, αδειάζοντας την ψυχή του Έλληνα από ότι είχε. Οι άνθρωποι ξιπάστηκαν από την μόρφωση και την ευρωπαϊκή παιδεία και ο λογισμός τους θόλωσε από την οικονομική ανάπτυξη. Θελήσαμε να μιμηθούμε αυτό που μπορούσαν να καταλάβουν και να θαυμάσουν οι γείτονες μας  που ήταν οι αρχαίοι πρόγονοι και η φιλοσοφία.
 Αδύναμοι να υποστηρίξουμε την πίστη μας, γιατί ως τότε είχε χαθεί η γνώση από τους πολλούς και το μόνο που έμενε ήταν η διαφοροποίηση μας  από τον μουσουλμανισμό. Ελεύθεροι πλέον  την κάναμε στην άκρη, μιας και δεν χώραγε στον νέο μας κόσμο. Αποϊεροποιήσαμε  την ζωή μας. Τον ανώτερο πολιτισμό του Βυζαντίου, που έπεται και  που βασίστηκε στην  ορθοδοξία, στον τρόπο ζωής εκείνο που έπλασε αγίους, αποκαλύπτοντας μας την αληθινή χαρά και βαστάζοντας την δυσκολία στην καθημερινή ζωή,  τον κάναμε στην άκρη.  Χάσαμε την αλήθεια  και γίναμε απλώς προοδευτικοί.   Χωρίς πίστη ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει τη ζωή γιατί δεν μπορεί να ζήσει μα μόνο να έχει! 
 Παρακάτω μεταφέρω κάποιες σκέψεις του Δραγούμη, ενός ευαίσθητου ανθρώπου που δεν μπόρεσε να βρει την γνώση στην πίστη μα η αγωνία της ψυχής του κράτησε καθαρό το μυαλό του ως προς την αληθινή ιστορία των Ελλήνων:

  Μια φορά η ανατροφή των Ρωμιών όλων ήταν απάνω κάτω η ίδια, σκολειά δεν ήταν, η παιδεία έμενε αριστοκρατική. Για να πλακόνει την ψυχή τους η Τουρκιά και να μην υπάρχει ακόμα ελλαδικό βασίλειο, την ανατροφή του Ρωμιού την έπλαθε η αντιπάθεια για τον Τούρκο και μια νοσταλγία προς τα πίσω, κατά την βυζαντινή αυτοκρατορία. Μόρφονε τους Ρωμιούς τότε το μίσος και η παράδοση. Εξαιρούνται κάποια μέρη που τα όριζαν οι Βενετσιάνοι. Οι λίγοι που ήξεραν γράμματα,  μόνο αυτοί ξεχώριζαν από τους άλλους και δημιουργούσαν αγάλι αγάλι ένα νέο ιδανικό – που να μην είχε γεννηθεί ποτέ του, έλεγε ο Αλέξης – την αρχαιομανία. Αυτοί ανακάλυπταν έναν αρχαίο ελληνισμό με Θεμιστοκλήδες, Περικλήδες, Αριστείδηδες και Σωκράτηδες. Στην ανακάλυψή τους αυτή τους βοηθούσαν και οι Ευρωπαίοι, που θαύμαζαν την αρχαία Ελλάδα.
Μια φορά ένα κουλός χωριάτης έφυγε από τα Γκράβαρα και ηύρε την τύχη του στην Αθήνα ζητιανεύοντας. Συγκινούσε τους Αθηναίους η κουλοσύνη του και του έδιναν οι σπλαχνικοί πεντάρες. Άμα γύρισε στο χωριό του, γέρος και με κομπόδεμα, και τους διηγήθηκε πως επλούτισε, ζήλεψαν οι χωριανοί και τους είδες τότε όλους να καιν τα χέρια τους, να παραμορφόνουν τα κορμιά τους, να γίνονται κουλοί, κουτσοί, στραβοί και μουγγοί και να ζητιανεύουν στην Αθήνα. Ως που τους κατάλαβαν οι Αθηναίοι και τους έδιωξαν όλους τους Γκραβαρίτες από την Αθήνα, με τις κλωτσιές.
Έτσι και οι γραμματιζούμενοι είδαν πως ο αρχαίος ελληνισμός είχε πέραση στην Ευρώπη και την έκανε να βοηθεί τους Ρωμιούς για χάρη των προγόνων τους. Οι φιλέλληνες Ευρωπαίοι κάτι ψίχουλα τους πετούσαν. Και φαντάστηκαν αμέσως οι γραμματιζούμενοι να μεταμορφώσουν τους Ρωμιούς σε αρχαίους Έλληνες με μουτσούνες Περικλήδων, με ξύλινα δόρατα και τόξα, με χάρτινες ασπίδες και χλαμύδες, για να παίρνουν πάντα ψίχουλα από την Ευρώπη. Μα ήρθε καιρός που οι Ευρωπαίοι τους κατάλαβαν και τους καταφρόνεσαν τους μασκαράδες Γκραβαρίτες.

Να ευχαριστήσω τον Γιώργο και την Αμαλία για το βιβλίο.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Ο Εραστής της Ζωής

Πάντοτε Χαίρετε με την θλίψη να συνοδεύει την  καθημερινότητα.  Λες και δεν μπορεί να ξεχωρίσει από το σαρκίο μου. Σαν φοβισμένος σύντροφος που με τραβά με το στανιό κοντά του.
Πάντοτε Χαίρετε επειδή επιμένω να επιλέγω να ζω με τον εραστή της Ζωής που η ψυχή μου τον αναγνωρίζει ως τον μόνο αληθινό έρωτα που την θλίψη  αλλοιώνει σε αγάπη.
Πάντοτε Χαίρετε κι ας με καθίζει στο χώμα  δείχνοντας μου μόνο αυτά που βλέπουν και ακούν όλοι οι συνετοί. Πως ο λόγος που γεννήθηκα, όπως μαθαίνω κι από μικρή, είναι το ψωμί, η δόξα, η εξουσία. Η πυξίδα μου τότε μπερδεύεται και η πορεία μου με βγάζει σε κατσάβραχα.  Η απομάκρυνση μου από τα μαγνητικά πεδία της γης  μου δείχνει και πάλι προς τα που να τραβήξω.
Πάντοτε Χαίρετε με ελπίδα και πίστη για όσα αισθάνομαι και αγαπώ, για όσα βιώνω τόσο έντονα και που με ορίζουν και με οδηγούν σε απλωσιές και σε τοπία που η υπόστασή τους είναι παραπάνω από υπαρκτή.
Πάντοτε Χαίρετε είμαι όντας ερωτευμένη με την Ζωή. Μιας ζωής που έχει νόημα και καθαρότητα, αλήθεια και ειρήνη και που μόνο για αυτόν τον Λόγο αξίζει να ζω κι όχι απλή συγκατοίκηση με τον σύντροφο που μου δώσανε με προξενιό. Η ζωή αυτή κανένα ενδιαφέρον δεν έχει και με τίποτα δεν μπορεί να γεμίσει την ψυχή παρά μόνο ο Κύριος της, ο Εραστής της Ζωής, της Χαράς και της Αλήθειας!