Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

άνθρωποι και Ιδέες

                                          2ο Μέρος


  Αυτό το κορίτσι το γνώρισα στην Κέρκυρα, όταν πήγα διακοπές με μια φίλη μου. Άσ' τα, ένα δράμα η ζωή της.  Δούλευε σε μια ταβέρνα που είχαμε πάει να φάμε. Μας τράβηξε την προσοχή  με την ευγένεια και την καλοσύνη της αλλά και με την τόση προθυμία της να εξυπηρετήσει.   Την επόμενη μέρα κάναμε βόλτα στην παραλία και την πετύχαμε να κάθεται σε ένα παγκάκι. Μεμιάς της πιάσαμε την κουβέντα. Άσε πού να σ' τα λέω…
   -Ε!...πες βρε Μαρία; Τι συμβαίνει; Από πού είναι; Είναι εδώ με την οικογένειά της;
   -Ποιά οικογένεια της;  Δεν έχει κανέναν εδώ. Δεν έχει στον ήλιο μοίρα. Έχει έρθει από την Αιθιοπία, μεγάλη πείνα πέρασε εκεί, ειδικά από τότε που η μάνα της πέθανε κι ορφάνεψε. Μιλάει λίγα ελληνικά, κι έχει πολλή όρεξη να δουλέψει. Το τι έχει περάσει για να φτάσει στην Ελλάδα και πόσο πείνασε κι υπέφερε, τι να σου λέω; Μέχρι και φυλακή μπήκε στην στάση που έκανε στην Τουρκία, εκεί της έδιναν μόνο μια ντομάτα και λίγο ψωμί για όλη την μέρα. Ποιος ξέρει τι άλλο πέρασε εκεί μέσα. Δεν λέει όμως πολλά, παρά μόνο πως εδώ είναι η καλύτερη χώρα, πως η Ελλάδα είναι παράδεισος!
    -Και τώρα τι κάνει εδώ; Εσύ είπες πως την συνάντησες στην Κέρκυρα, έχει βρει εδώ δουλειά, πώς τα βγάζει πέρα;
  -Εγώ την έπεισα να έρθει να μείνει στην Αθήνα. Ξέρεις πώς την εκμεταλλευόταν εκεί ο ταβερνιάρης; Της έδινε μόνο εξακόσια ευρώ, χωρίς ασφάλεια, έναν ύπνο και ένα σάντουιτς την μέρα, ενώ της είχε τάξει κανονικό φαγητό. Της είπα πως την κλέβει και πως εδώ θα βγάλει καλύτερο μεροκάματο καθαρίζοντας σπίτια. Τώρα προσπαθώ να της βρω δουλειά, μήπως ξέρεις κανέναν να ψάχνει για κοπέλα να του καθαρίζει το σπίτι;
  Εγώ παίρνω οκτακόσια και έχω και ενοίκιο,   εξακόσια ευρώ και φαγητό, έστω ένα σάντουιτς, δεν είναι καλά; σκέφτηκε, μα δεν τόλμησε να μιλήσει. Μόνο είπε:
  -Και δεν ήταν καλύτερα εκεί απ’ ό,τι εδώ στην μεγαλούπολη; Πού θα βρει δουλειά; Είναι πολύ δύσκολα και για μας πόσο μάλλον για μια ξένη που δεν μιλάει και καλά ελληνικά.
  -Μα τελειώνοντας το καλοκαίρι εκεί θα την σταματούσαν, τι θα έκανε τον χειμώνα στο νησί;
   Συμφώνησε μαζί της κι αμέσως θέλησε να βοηθήσει αυτή την κοπέλα, την συμπόνεσε πολύ, γιατί κι αυτός ορφανός και φτωχός όπως ήταν, ένοιωσε να μπαίνει στη θέση της και θέλησε ό,τι έχει, που δεν έχει, να το μοιραστεί. Αυτός έχει ένα σπίτι βρέξει-χιονίσει για να μένει, κι ας είναι με ενοίκιο, έχει και μια δουλειά, ένα μεροκάματο να βγάζει τα καθημερινά του έξοδα. Η καρδιά του απλώθηκε πάνω από αυτό το αδύναμο πλάσμα. Σκεφτόταν τις μεγάλες του πείνες και πως χάρη σε κάποιους ανθρώπους μπόρεσε κι αυτός να σταθεί στα πόδια του. Το ταξίδι αυτό στο παρελθόν τον έκανε να προσπαθήσει να βρει τρόπο για να την βοηθήσει. Ένας φόβος έσφιξε την καρδιά του ότι κι αυτός μπορεί αύριο να βρεθεί στον δρόμο, τον έδιωξε όμως γρήγορα. Αύριο μπορεί και να μην ζει, σήμερα όμως είναι τακτοποιημένος. Ίσως δε θα ήταν κομψό να της δώσει χρήματα, θα ντρεπόταν να το κάνει, μα και δεν θα έλυνε το πρόβλημα της καθημερινότητάς της. Κι αμέσως άκουσε τον εαυτό του, πριν καν σκεφτεί να λέει:
   - Πες της να έρχεται σπίτι μου για να το καθαρίζει.
  Έτσι θα της δίνω ένα μεροκάματο, σκέφτηκε και χάρηκε πολύ με αυτή την ιδέα.
  Είχε σκοπό τώρα που τελείωσε τα χρέη από μια αποτυχημένη επαγγελματική προσπάθεια  να φροντίσει να αγοράσει λίγα ρούχα. Τώρα όμως προέκυψε η βοήθεια προς έναν άνθρωπο που πεινάει. Ένοιωσε ευτυχισμένος. 
  Μπορεί να μου λείπουν  πουκάμισα και παντελόνια όμως  αυτή δεν έχει ούτε να φάει. Στο κάτω-κάτω το σπίτι μου όντως θέλει καθάρισμα, είναι τόσο βρώμικο που πολλές φορές νομίζω πως συγκατοικώ με ένα σωρό ζωύφια.
Στην σκέψη αυτή χαμογέλασε.
  - Και πώς τη λένε;
  -Μακέντα τη λένε, όπως την αρχαία βασίλισσα της Αιθιοπίας που είχε ερωτευτεί τον Σολομώντα. Την ξέρεις την ιστορία;
  - Όχι
  - Η Μακέντα έμαθε για το βασίλειο του Σολομώντα, για τα αμύθητα πλούτη, τη στρατιωτική του δύναμη, τον τρόπο με τον οποίο κατάφερνε να κερδίζει τις καρδιές ακόμα και των εχθρών του.  Κι έτσι αποφάσισε να τον επισκεφτεί στην Ιερουσαλήμ. Η σοφία του Σολομώντα και το οξύ του πνεύμα γοήτευσαν τη βασίλισσα και έσβησαν κάθε αμφιβολία που είχε για το μεγαλείο του. Το ίδιο εκείνο βράδυ έκανε έρωτα μαζί του.  Οι Αιθίοπες πιστεύουν μέχρι και σήμερα πως είναι απόγονοι του γιου της Μακέντας και του Σολομώντα.
  -Και πώς τα ξέρεις όλα αυτά; Πού τα έμαθες;
  -Μου τα είπε η Μακέντα όταν την ρώτησα για το όνομά της.
  Έπρεπε όμως οπωσδήποτε να πάει να συνεχίσει την δουλειά του και βιάστηκε να της πει:
   -Θα την ρωτήσεις ποια μέρα μπορεί να έρθει στο σπίτι μου για να το καθαρίσει; Ξέρεις, επειδή λείπω συνήθως θα πρέπει να έρθει το πρωί την ώρα που φεύγω.
 -Θα την πάρω τώρα αμέσως για να κανονίσουμε


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου